Τρίσιες

«Ου γαμώτο, εν Κυριακή τζαι εν το έστειλα ακόμα», εσκέφτηκα πριν καν ανοίξω τα μάθκια μου. Η Χλόη ήταν κυριολεκτικά κολλημένη πίσω μου – spooning το λαλούσιν νομίζω – τζαι τα σιέρκα της αγκαλιάζαν την τζιεφαλήν μου. Οι παλάμες της εκαταλήγαν πάνω στες βούτσιες μου τζαι επήρεν μου λλία δευτερόλεπτα να συνειδητοποιήσω ότι εν τζείνη που ζεσταίνει το σώμα μου τζαι όι ο άντρας μου. Τζείνος όμως ετζοιμάτουν στο κρεβάτι μας, στο διπλανό δωμάτιο. Όπως θα έπρεπε να έκαμνα τζι εγώ μάλλον, αλλά η κόρη μου είσιεν άλλα σχέδια.

Να τους το στείλω έτσι οξά να το δουλέψω λλίον; Αν το δουλέψω αλλό λλίον εννα αρκήσω να το στείλω τζαι, who am I kidding? εννα το κάμνω μόνον για σκοπούς εντυπωσιασμού, είπα που μέσα μου σαν έπιννα τον καφέ μου μπροστά που το laptop. Για να τον πιω, έπρεπεν να ντυθώ ππάσα-ππάσα τζαι να πάω περίπτερον περπατητή να πιάσω γάλα με τη γαρίλλα στο μμάτι, τζαι αχτένιστη. Σκέττον εν τον πίννω, τζι εψές εν έκοψεν ο νους μου να έπιαννα έναν στον δρόμο προς το σπίτιν. Νευριάζω άμαν τες Κυριακές παρεμβάλλουνται έτσι σκέδιον υποχρεώσεις που χαλούν την χαλαρότητα του πρωινού. Σάββατον τζαι Κυριακήν θέλω να ξυπνώ τζαι να μεινίσκω με τες πυζιάμες.

«Start washing her hair without me, I will send this e-mail and I’ll be upstairs”, είπα του άντρα μου, που είσιεν το θάρρος να της λούσει τζείνος τα μαλλιά της σήμερα. Ωραίον το σγουρόν μαλλίν, αλλά πλέον εν μονίμως ράστα. Για να χτενιστεί πρέπει να μπει ένας που τους θκυό μας στο μπάνιο μαζίν της, να της βάλει μιαν φάουσαν κρέμες, μάσκες τζαι σπρέι τζαι να προσπαθεί μιαν ώραν να την καλάρει για να της ξεμπλέξει τα μισά. Ακόμα τζαι τα μισά μαλλιά της να χτενιστούν εν επιτυχία. 

“You take a lot of shit from her and that’s ineffective”, είπεν μου όταν μου επεξηγούσε τη λογική της απόφασής του. Εν αλήθκεια, είμαι που τζείνες. Προτιμώ να θυσιάσω το μισόν μαλλίν της παρά να την κάμω να κλαίει. Fair enough, εσκέφτηκα τζαι έκρυψα. Αφορμή να πάρω λλίον τον χρόνον μου, ίσως γράψω τζαι κάτι μετά που εννα στείλω το μέηλ.

Εξαναθκιάβασα το κείμενον, εμέτρησα τες λέξεις. «Εν καλόν τζι έτσι, εννα το στείλω», είπα, τζαι άρκεψα να συντάσσω το μέηλ:

«Αγαπητοί μου συμμαθητές της δημιουργικής γραφής,»

Άραγε να της τα κόψω; σκέφτουμαι τζαι σταματώ. Έννεν κουβέντα τούτη, να κλαίει το μωρόν κάθε φοράν που της τα λούννουμεν τζαι να να βασανιούμαστεν τζι εμείς. Αν της κάμουμεν έτσι πράμαν η μάμμα μου εννα πάθει πανικόν, συνεχίζω. «Άμπα τζαι κόψει σου τα παραπάνω που θκυό δάκτυλα», ελάλεν μου κάθε φορά που επήαινα κομμωτήριον. Στην επιστροφήν έλεγχεν μου τα πάντα με καχυποψίαν. «Εππάλιασεν σου τα.» Για τζείνην, όπως τζαι οι χωρισμοί, κάθε κόψιμον μαλλιού, είτε αναγκαίον είτε όι, εν έναν τραγικό γεγονός. 

Σικκιμέ, όμως, λαλώ. Αννέν για να τελειώννει μιάν τζι έξω τούτη η ιστορία, ας της τα κόψουμεν. Το μαλλίν του μωρού εννα μεγαλώσει, τζαι η μάμμα μου εννα το ξεπεράσει. Τώρα που εννα τελειώσει να της τα λούννει ο άντρας μου να του πω την ιδέα μου να δω τι νομίζει. Πού έμεινα; Α, ναι. Εννα περιμένουν το μέηλ οι συμμαθητές μου. Η δασκάλα είπεν μας να το στέλνουμεν σίουρα μες το Σαββατοκύριακον, για να διούμεν περιθώριο στους συμμαθητές μας να τα θκιεβάζουν με την άνεσην τους. Ταράσσω το mouse να ξανανάψει η οθόνη.

«Αγαπητοί μου συμμαθητές της δημιουργικής γραφής,» ξαναθκιαβάζω τζαι συμπληρώνω:

«Σας στέλνω το προσχέδιο του επόμενου κεφαλαίου…»

Ευτυχώς που εν τζαι τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής τζαι νιώθω την πίεσην να γράφω τζαι λλίον, σκέφτουμαι τζαι πάλε σταματώ. Διαφορετικά ποιος ξέρει πότε ήταν να έγραφα; Ακούω τες φωνές του μωρού που το μπάνιο. Σίουρα εννα της τα κόψω, λαλώ που μέσα μου. Αλλά τωρά που ήβρα λλίον χρόνον μόνη μου, ας γράψω τζαι κάτι για το μπλόγκ μου. Έσιει τόσες μέρες να ανεβάσω καμιάν ιστορίαν. Ίσως γράψω για τούτα που ζω τωρά, αντί να περιμένω να μου έρτει η έμπνευση. Ποιος όμως θέλει να θκιεβάζει για τρίσιες; μονολογώ τζαι συνεχίζω:

«Αγαπητοί μου συμμαθητές της δημιουργικής γραφής,

Σας στέλνω το προσχέδιο του επόμενου κεφαλαίου της ιστορίας της Κοπέλας, με τίτλο εργασίας «Χαρούμενες Μέρες / Η άνοδος». Ανυπομονώ να ακούσω τα σχόλιά σας την Πέμπτη.»

Αποστολή.

Συντάκτης: Χαρά Ζυμαρά

Γράφω τις ιστορίες μου, τις διαβάζω και τις ξαναδιαβάζω, τις αφήνω, τις ξεχνώ, γράφω άλλες, κι όταν μου στερέψει η έμπνευση πάω πίσω και τις ξαναδιαβάζω απ’ την αρχή. Μου θυμίζουν ποια ήμουν όταν τις έγραφα, τι έμαθα από αυτές και τι να βελτιώσω στις επόμενες, αλλά πάνω απ’ όλα τι να βελτιώσω στον εαυτό μου. Πολλές φορές με κρατούν δέσμιά τους μέχρι να μπορέσω να τις αφήσω πίσω μου ξανά για να εφεύρω άλλες, και μαζί, τον ίδιο μου τον εαυτό. Γράφω τις σκέψεις μου για να ελαφρύνω το μυαλό μου και να ανακτήσω τις ισορροπίες μου ξανά. Σαν μικρές ιστορίες, αλλά χωρίς την προσδοκία να είναι καλές. Συνεχίζω να γράφω τις μικρές, κακές μου ιστορίες, για να μπορώ να υπάρχω εν ειρήνη. Κι όσο γράφω σημαίνει ότι ακόμα την ψάχνω, και δεν είμαι καν σίγουρη πως θέλω να τη βρω.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: