Μεσημεριανό στην παλιάν πόλην με τον μικρόν γιον ενός παιδιάτρου, που θυμάται την ζωήν του μέσα που ιστορικά γεγονότα, εν’ πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου τζ̆αι (ίσως γι’ αυτόν) αγαπά τους «κακούς ήρωες»
*Disclaimer*: Την συνέντευξην του Μιχάλη έπιασα την τον περασμένον Νιόβρην. Εν είχαν αρκέψει καν οι κρυάδες τζα οι γιορτές των Χριστουγέννων εφαντάζαν ακόμα μακρινόν σενάριον. Για δικούς μου λόγους άρκησα να την γράψω, τζαι οφείλω στον συνεντευξιαζόμενον μου μιαν απολογίαν για τούτον. Το αποτέλεσμαν, όμως, ελπίζω να τον δικαιώννει που μου την επαραχώρησεν.
Εν’ Νιόβρης τζ̆αι ίσ̆ια που άρκεψεν να κρυαδίζει στην νήσον Κύπρον. Περπατώ τα στενά της παλιάς πόλης τζ̆αι φτάννω στο μαειρκόν του κύριου Ματθαίου, πίσω που το μικρόν τζ̆αμίν, δίπλα που το σχολείον της Φανερωμένης, όπου εδώσαμεν ραντεβού για μεσημεριανόν με τον Μιχάλην Περσιάνην. Πιάννω τραπεζούιν έξω – όσον έσ̆ει ήλιον εν’ καλά, σκέφτουμαι- τζ̆αι περιμένω τον να έρτει.
Με το που φτάννει, γίνεται αντιληπτός.
«Είσαι ο Μιχάλης;», ρωτά τον η Αθηνά, η κόρη του κ. Ματθαίου, σαν μας στρώννει το τραπέζιν. «Εν τζ̆αι ξέρω σε εσέναν», λαλεί του. «Αλλά περιττόν να σου πω ότι ο παπάς σου ήταν τζ̆αι ο δικός μου παιδίατρος τζ̆αι του αρφού μου» [γελά].
«Αν το έξερα ήταν να σου φέρω φρουτάκι», απαντά της γελώντας.
Ρωτώ την πώς τον εκατάλαβεν. Αν μοιάζει με τον παπάν του. Ο Μιχάλης προλαβαίννει την.
«Εκυκλοφορούσα μες το γιατρείον τζ̆ι έκαμνα πελλάρες», λαλεί.
Παραγγέλνουμεν που μιαν μερίδαν λουβί (πόρρω απέχει που το brandy sour, I know) τζ̆αι ξεκινούμεν.
«Νιώθω λλίον άβολα», λαλεί μου στην αρκήν, «επειδή νομίζω ότι εν έχω κάτι να πω». Αν τζ̆αι εν είχα καμίαν αμφιβολίαν ότι έσ̆ει πολλά να μου πει, «το point των συνεντεύξεων», απαντώ του, «εν’ ότι ούλλοι έχουν κάτι να πουν».
Παιδική Ηλικία Πάνω που το Ιατρείον του Παπά
Εξηγεί μου ότι στην οικογένειαν του εν’ τρία αδέρφια. Εν’ ο πιο μιτσής τζ̆αι έσ̆ει δύο αδερφές. Εμεγαλώσαν στο σπίτιν τους στη Λευκωσία, που ήταν χτισμένον πάνω που το γιατρείον του παπά του.
«Εν είσ̆εν κάτι αξιόλογον, ήταν ήσυχη ηλικία, χωρίς major events. Πρωινόν εν ετρώαμεν ούλλοι μαζίν, ήταν το τυπικόν χάος μες τη βιασύνην. [Μετά] επήαιννα σχολείον περπατητός.
Ο παπάς μου σε κάποιαν φάσην της παιδικής μου ηλικίας για να τζ̆οιμηθώ εθκιέβαζεν μου εγκυκλοπαίδειαν. Εγώ ήθελα ιστορίαν, αλλά όταν άρχιζεν να μου μιλά, εσυνέπαιρνεν με.»
«Πώς εχειρίζετουν τες πελλάρες που έκαμνες στο γιατρείον του;», ρωτώ.
«Καλά. Χαλαρά», απαντά μου. «Συνήθως εκατέληγεν σε funny story που ελαλούσαμεν τζ̆αι εγελούσαμεν.»
«Η μάμμα σου τι φάση ήταν;»
«Η μάμμα μου όταν εγεννηθήκαμεν αποφάσισεν να γίνει stay–at–home mum, ενώ πριν εδούλευκεν σε τράπεζαν. Aπέκτησεν καριέραν σε μεγάλην ηλικία πλέον, βουρώντας τες δουλειές του παππού μου, που άφησεν πίσω. Ακίνητα στην Λάρνακαν», απαντά.
Ρωτώ τον αννέν’ που την μάμμαν του που έπιασεν το επιχειρηματικόν/χρηματοοικονομικόν μικρόβιον.
«Εν το ήξερα ότι το είσ̆εν, τζ̆αι εν θεωρώ πως έχω επιχειρηματικόν attitude», λαλεί μου. «Είμαι το αντίθετον του τύπου που σκέφτεται λογιστικά. Θεωρώ πολλά σημαντικόν το quantification, να έσ̆εις τεκμήρια για τζ̆είνα που λαλείς, να έσ̆εις νούμερα μπροστά σου, αλλά υποβαθμίστηκεν η ποιοτική ανάλυση πάρα πολλά. Εν’ καλά τα νούμερα, αλλά θέλει πολλήν συζήτησην μέσα σου τζ̆αι με άλλους το τι σημαίνουν τζ̆είνα τα νούμερα που θωρείς.»
Ρωτώ τον τι ήθελεν να γίνει όταν μεγαλώσει.
«Α, εν ξέρω. Ακόμα εν ξέρω τι θέλω να γίνω που έννα μεγαλώσω.» [γέλια]
Παιδικά χρόνια με Τσ̆αουσ̆έσκου, Τσ̆έρνομπιλ, Challenger τζ̆αι Λέλλον
Ζητώ του να μου περιγράψει τις πιο έντονες εικόνες της παιδικής του ηλικίας.
«Έχω εικόνες πολλά συγκεκριμένες. Ας πούμεν, που την εκτέλεσην του Τσ̆αουσ̆έσκου, το ελικόπτερον πάνω που το Τσ̆έρνομπιλ, την έκρηξην του Challenger, την κηδεία του Χομεϊνί, τες διαδηλώσεις εναντίον του Λέλλου για την πεζοδρόμησην της Λήδρας. Είμαι γύρω στα οκτώ με δέκα χρονών, καθούμαστεν ούλλοι μαζίν στο καθιστικόν του σπιθκιού μας τζ̆αι παρακολουθούμεν ειδήσεις. Τούτον που έβλεπα ήξερα ότι εσήμαινεν κάτι σημαντικόν, που όμως εν εμπορούσα να καταλάβω.»
Περιγράφει μου μιαν ανάμνησην που έσ̆ει που την επομένην που είδεν την έκρηξην του Challenger:
«Στο σχολείον ερώτησεν η δασκάλα τι είδαμεν, τι συμβαίννει γυρών μας τζ̆αι εσήκωσα το σ̆έριν μου τζ̆αι είπα της -έναν περίπου ότι- δύο κοσμοναύτες εκάμαν κάτι κάπου. Τζ̆αι λαλεί μου ‘οι, ήταν αστροναύτες’. Εγώ ήμουν σίουρος ότι ήταν κοσμοναύτες. Αφού είχα την ακούσει στες ειδήσεις [την λέξην] τζ̆αι έκαμεν μου εντύπωσην τζ̆αι γι’ αυτόν την είπα τζ̆ιόλας. Λαλεί μου ‘εν υπάρχει τούτη η λέξη’.
Πού να ήξερα εγώ στα εφτά-οχτώ μου ότι οι κοσμοναύτες ήταν της Σοβιετικής Ένωσης τζ̆αι οι αστροναύτες ήταν οι αμερικάνοι; Προφανώς ήταν δεξιά η δασκάλα.
Κάθε πρωίν, στον περίπατον μου για το σχολείον εσκέφτουμουν ότι εσυμβαίνναν τούτα ούλλα στον κόσμον τότε, τζ̆ι εγώ γύρω μου έβλεπα απλά δρόμους όφκιερους, σαν να μεν εσυνέβαιννεν τίποτε. Ήταν μια εποχή – ’86-’93 – που άλλασσεν ο κόσμος ολόκληρος. Τζ̆αι εν το επήραμεν χαπάριν.»
Σχολική Ζωή στο English School
«Τι μαθητής ήσουν;», ρωτώ τον. «Αμφισβητούσες το authority των δασκάλων συχνά;»
«Ναι. Ιδίως εις στο English School, επειδή ήμουν πιο μεγάλος τζ̆αι είχα παραπάνω όρεξην να το κάμω. Εκοντραρίσκουμουν με καθηγητές που μου αρέσκαν. Έβρισκα το ωραίαν άσκησην. Άρεσκεν μου να εισπράττω την απάντησην τους. Ικανοποιούσεν με [η απάντηση τους] άμαν ήταν witty. Απολάμβαννα τη διαδικασίαν τούτην.»
Τζ̆αι συνεχίζει:
«Μιαν χρονιάν, πρέπει να ήμουν πρώτην ή δευτέραν, εστείλαν μας επιστολήν ότι έννα αυξηθούν τα δίδακτρα διότι ήταν να σάσουν το πάρκινγκ. Αρχικά εν τζ̆αι έκοψεν μας τούτον το πράμαν. Μιαν μέραν, όμως, είσ̆εν πολλά πιλά μες το πάρκινγκ τζ̆αι ενευρίασα, διότι εθθυμήθηκα ότι επληρώσαμεν για να σαστεί τούτος ο χώρος. Επήα σπίτιν τζ̆ι έκαμα ταπέλλες ‘Mind the Grass’ τζ̆αι επήα τζ̆αι έβαλα τες μες τα πιλά. Έβαλα τον παπάν μου να με πάρει σχολείον πιο νωρίς τζ̆αι επήα τζ̆αι έβαλα τες. Έβαλλα στοισ̆ήματα ποιος που τους καθηγητές έννα μου θυμώσει. Εν το έκρυψα ότι εν’ εγώ που το έκαμα. Ήταν έναν αστείον που επήεν τρεις μέρες τζ̆αι τζ̆είνον ήταν. Εν τζ̆αι ετιμωρήθηκα. Τι ήταν να μου πουν; Που τα καλά του σχολείου, τότε, ήταν ότι είσ̆εν καθηγητές που ελαλούσαν ‘έσ̆ει δίκαιον ο μιτσής’.»
Αναρωθκιούμαι τι του ελαλούσαν οι γονείς του για τούτα ούλλα.
«Οι γονείς μου επαίζαν πελλόν τζ̆αι αφήνναν με να τα κάμω. Ελαλούσαν μου τζ̆αι κανέναν ‘πρόσεξε’, αλλά ήταν καθηκόντι που το εκάμναν. Νομίζω αντιλαμβάννουνταν ότι έννεν απλώς που πελλάραν που τα έκαμνα.»
Εφηβεία
Ζητώ μου να μου περιγράψει πώς ήταν ως έφηβος. Πώς εντύννετουν, πού εσύχναζε.
«Ήμουν πάντα weird, λλίον κάπως, κλειστός στον εαυτόν μου τζ̆αι με τους καλούς μου τους φίλους, εθκιέβαζα, έγραφα. Το αγαπημένον μου συγκρότημαν ήταν οι Metallica, αλλά πρώτα άκουα Doors μανιωδώς. Εντύννουμουν του κουτουρού, εφορούσα Dr. Martins, Σάββατον νύχταν επηαίνναμεν κάτω, στην περιοχήν πίσω που το Σολώνειον.
Ήταν το Woodstock, η Reckless που επαίζαν ροκ τζ̆αι μέτταλ. Εν’ interesting γιατί τότε ούλλα τα είδη αθρώπων – τζ̆αι οι preppie τζ̆αι οι jocks, τζ̆αι οι μετταλλάδες τζ̆αι οι barbie dolls εβρέθουνταν σε έναν τόπον τζ̆ειαμαί στην περιοχήν ώσπου να συγκροτηθεί η παρέα για να πάει στον τόπον που ήταν να πάει. Εν ξέρω να γίνεται αλλού έτσι πράμαν, βρίσκω το πολλά ενδιαφέρον.»
Πολιτικές τζ̆αι Οικονομικές Επιστήμες
«Τι σε ώθησεν να θέλεις να ασχοληθείς με τες Πολιτικές Επιστήμες τζ̆αι μετά με τα Οικονομικά;» ρωτώ τον.
«Στο σχολείον άρεσκεν μου η λογοτεχνία, η φυσική, η ιστορία. [Στο πανεπιστήμιον] έκαμνα Political Science τζ̆αι minor στα Γαλλικά. Το αμερικάνικον σύστημαν διά σου ευτυχώς την ευκαιρίαν να κάμεις τζ̆ι άλλα πράματα. Εν’ πραγματικά το καλλύττερον. Εμέναν επέτρεψεν μου to explore other areas. Άφηκεν με να κάμω religion in politics, culture in politics, για τον ρόλον της θρησκείας, της κουλτούρας. Αλλά ακόμα τζ̆αι έτσι ένιωθα ότι μου έλειπεν κάτι.
Εν μου αρέσκαν τα Εconomics. Σε κάποιαν φάσην όμως αντιλαμβάννεσαι ότι για να καταλάβεις τι συμβαίννει, πρέπει να κάμεις οικονομικά. Εθωρούσα ότι έλειπεν κάτι που την ανάλυσην. Είτε ασχολείσαι με τα συντάγματα, με τες δομές, με voter behaviour, κάτι λείπει χωρίς τα οικονομικά.
Γιατί τα economics σε τζ̆είν’ το επίπεδον βασικά εν΄ η ανάλυση του πώς διαχειρίζεται μια κοινωνία τους πόρους της σε συνθήκες σπανιότητας. Τα economics κατευθύνουν την δομήν των θεσμών, τον τρόπον που οργανώννουμεν την κοινωνία μας. Μετά έκαμα μάστερ International Relations and Economics τζ̆αι κάπως έτσιέγινα gravitated που ποδά.»
Η Οικονομία ως «ανάλυση του πώς λειτουργούν οι αθρώποι»
Καθώς μου μιλά για την Οικονομία, ξεκινά να μου εξηγά πώς εξεκίνησεν η σχολή σκέψης που θέλει τα οικονομικά να ανήκουν στις θετικές επιστήμες τη δεκαετίαν του ’70: «Για τον κυνικόν λόγον ότι οι θετικές επιστήμες στα αμερικάνικα πανεπιστήμια επληρώνναν πολλά καλλύττερα που τες ανθρωπιστικές, τζ̆ι έτσι οι τελευταίες αποφασίσαν να αυτοπροσδιοριστούν ως θετικές». Ρόλον όμως έπαιξεν, προσθέτει, τζ̆αι η αντίληψη ότι η οικονομία τζ̆αι η αγορά «εν’ απλώς αυτόνομες μηχανές που πρέπει να καταλάβουμεν πώς δουλεύκουν».
«Που εν’ πελλάρες», καταλήγει. «Έσ̆ει κανόνες μέσα η οικονομία, έσ̆ει μιαν μηχανικήν, αλλά στο τέλος της ημέρας εν’ η ανάλυση του πώς λειτουργούν οι αθρώποι.»
«Άρα τζ̆αι η ιδέα περί αυτορρύθμισης της αγοράς αντανακλά το πώς σκέφτουνται οι άθρωποι την δεδομένην εποχήν που κάμνουν την ανάλυσην;», ρωτώ.
«Ναι. Όπως τζ̆αι το τι εν’ σωστόν τζ̆αι τι λάθος. Τα ethics.»
Ρωτώ τον πώς έβλεπεν το νησίν που την Αμερική. Θέλω να δω αν την είσ̆εν δει σωτήρας, όπως παθθαίννουμεν ούλλοι μας έναν περίπου όταν σπουδάζουμεν στο εξωτερικόν τζ̆αι θέλουμεν να επιστρέψουμεν ως άλλοι πεφωτισμένοι, έτοιμοι να «εξυγιάνουμεν» τες παθογένειες που ταλανίζουν την χώραν μας.
«Εν είχα ποττέ το attitude ότι είμαστεν τριτοκοσμική χώρα, διεφθαρμένη. Εθωρούσα ότι η Αμερική είσ̆εν πάρα πολλές που τούτες τες παθογένειες για τες οποίες παραπονιούμαστεν εμείς. Δηλαδή τα πιο πολλά πράματα που λαλείς ‘this is Cyprus’ είσ̆ες τα τζ̆αι τζ̆ειαμαί. Διαφθορά μπόλικη, σε κάποια μέρη να παίζουνται μες τους δρόμους, γκέτο, ξιμαρισ̆ιά, σε κάποιες γειτονιές εν είσ̆εν ίντερνετ, εν είσ̆εν τηλέφωνα. Ήταν το αντίθετον της εικόνας που είχαμεν εμείς δαμαί για την Αμερικήν.»
Δημοσιογραφία τζ̆αι «Καθημερινή»
«Η δημοσιογραφία πώς επροέκυψεν;», τον ρωτώ.
«Ήταν μεταξύ σοβαρού και αστείου. Εγνώρισα τον Δημήτρη [σ.σ. εννοεί τον Δημήτρη Λοττίδη, εκ των εκδοτών της Καθημερινής) στην προεκλογικήν εκστρατείαν του Κασουλίδη. Ήθελα να έρτω Κύπρον για λλίον τζ̆αιρόν, τζ̆αι κουβένταν στην κουβένταν είπεν μου ‘έλα να στήσουμεν την Καθημερινήν στην Κύπρον’. Είχα θέση στην Κομισιόν, αλλά είχα μπροστά μου 18 μήνες για τον διορισμόν, άρα είπα ‘ας πάω για λλίον τζ̆αιρόν’. E, before you know it, επεράσαν έξι χρόνια. Αλλά όι, την δημοσιογραφίαν εν την εκυνήγησα. Ήταν κάτι που έτυχεν.
Φαντάζουμαι τον εαυτόν μου ως policy analyst. Να δουλεύκω για έναν πολιτικόν ή με έναν πολιτικόν, να γυρέφκουμε λύσεις, να αναπτύσσουμεν πολιτικές. Τζ̆είνον που εν μου άρεσκεν ποττέ εν’ οι κομματικές δομές. Τζ̆αι εν’ στην Αμερικήν που αποφάσισα πως εν’ κάτι που εν θέλω.»
Policy Making τζ̆αι … Τέχνη
Ρωτώ τον αν γράφει τζ̆αι σήμερα, πέραν που τες οικονομικές του αναλύσεις που δημοσιεύκει κατά καιρούς. Οι τόσον που δημοσιογραφικήν περιέργειαν, αλλά που μιαν ανάγκην έκφρασης της δημιουργικότητας του. Λαλεί μου πως όι. Πως η δημιουργικότητα για τζ̆είνον πλέον εν’ κάτι πολλά διαφορετικόν.
«[In order] to devise proper policy για έναν πρόβλημαν στην κοινωνίαν θέλει επίσης πολλύ creativity τζ̆αι κάποτε πρέπει να το παίξεις Dali για να φκεις που μέσα που μιαν κατάστασην που λύεις το άλφα πρόβλημαν τζ̆αι δημιουργείται έναν βήτα πρόβλημαν.
Το creativity του policy τζ̆αι του problem solving στα πιο πεζά πράματα εν’ πολλά υποβαθμισμένον. Τζ̆αι είμαι πολλά θυμωμένος απέναντι στην τέχνην γιατί εν θα δεις ούτε εικαστικήν τέχνην, ούτε μουσικήν ούτε λογοτεχνίαν να συζητά το ανθρώπινον δράμαν τζ̆είνου που συνήθως εν’ ο κακός σε έτσι περιπτώσεις. Όι του αντιήρωα, αλλά τζ̆είνου που λαμβάννει τες δύσκολες αποφάσεις.
Για παράδειγμαν του Άιζενχαουερ, που ανέλαβεν την ευθύνην για την αποτυχημένην απόβασην στην Νορμανδίαν (τες πρώτες ώρες, που η απόβαση εν τα επήαιννεν καλά). Ή του τύπου -πάντα ήθελα να ήξερα ποιος ήταν – που έβαλεν υπογραφήν τζ̆αι έδωσεν την διαταγήν να σηκωθεί το αεροπλάνον, να πάει πάνω που την Χιροσ̆ίμα τζ̆αι να σύρει την πόμπαν. Υποθέτουμεν ότι έγινεν αβασάνιστα. Υποθέτουμεν ότι ετζ̆οιμάτουν ήσυχα την νύχταν. Υποθέτουμεν ότι εν’ κακός.
Εν υποβαθμίζω το ανθρώπινον δράμαν των θυμάτων της Χιροσ̆ίμας. Αλλά έσ̆ει έναν αθρώπινον δράμαν τζ̆είνου που έσ̆ει να θκιαλέξει μεταξύ κακού τζ̆αι κακού – το μη χείρον βέλτιστον εν’ συνταγή για τα εύκολα μόνον – που μου λείπει που την τέχνην.»
Συνεχίζει να μου λαλεί μου ότι θέλει να θκιεβάσει για το δράμαν τζ̆είνου του τύπου που εν’, ας πούμε, «στο Eurogroup τζ̆αι προσπαθεί να έβρει μιαν λύσην τζ̆αι έσ̆ει τρεις μέρες να τζ̆οιμηθεί τζ̆αι ξέρει ότι για να λύσει το πρόβλημαν που έσ̆ει μπροστά του πρέπει να χάσει κόσμος την δουλειάν του ή να μείνει στον δρόμον. Τζ̆είνος ο τύπος που παίρνει την απόφαση που πληρώνουν οι άλλοι, γιατί υποθέτουμε πως εν τον κόφτει, πως εν’ γαούρι; Εν’ αθρώπινο δράμα τζ̆αι καλά κάμνει η τέχνη να το αναλύει.
Κοίτα τωρά με τες κεντρικές τράπεζες τζ̆αι τα επιτόκια. Επήραν την σωστήν απόφαση αλλά κάποιοι εν’ φορτωμένοι ενοχές που εκάμαν το σωστό. Τούτον το κομμάτιν εν το δείχνει η τέχνη, παρόλο που υπάρχουν εξαιρέσεις, ιδίως στην αφρικανικήν λογοτεχνίαν, που ασχολείται με το τέλος της αποικιοκρατίας.»
Εν αναφερούμαστεν πολλά στην υφιστάμενην του θέσην, ως Προέδρου του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, αλλά νιώθω, που τούτην την κουβένταν μας, ότι στην ουσίαν προσπαθεί να μου πει ότι τζαι πίσω που κάθε δικήν του απόφασην κρύφκεται έναν ανθρώπινον δράμαν. Ότι το prestige μιας τέθκοιας θέσης, έρκεται με έναν βαρύν αίσθημαν ευθύνης που εν παίρνει καθόλου ελαφρώς.
Ελευθερία – Ισότητα
Ζητώ του να επιλέξει το ιδανικόν μιξ μεταξύ Ισότητας και Ελευθερίας, πάνω σε έναν οριζόντιον άξοναν.
«Θωρείς, τούτη εν’ μια πάρα πολλά καλή άσκηση», λαλεί μου, «διότι όπου το βάλεις εν’ λάθος αλλά πρέπει να το βάλεις.»
Σκέφτεται το, μελετά το. Στο τέλος προσθέτει έναν δεύτερον άξοναν τζ̆αι δημιουργεί έναν νέον concept. Επερίμενα καιρόν κάποιον να παρέμβει πάνω στην άσκησην με μιαν πιο δημιουργικήν διάθεσην.
Τραβά, στην ουσίαν, μιαν κάθετην γραμμήν στην μέσην του άξονα, την οποίαν ονομάζει «Δικαιοσύνη». Τοποθετεί την κουκκίδαν του ως εξής:

Κεφάλαιον Λευκωσία
«Ωραίον τοπούιν», λαλεί μου σε κάποιαν φάσην για το μαειρκόν.
Εξηγώ του ότι εν’ σταθερή αξία της παλιάς πόλης. Ότι σίουρα εν’ πιο παλιόν τζ̆αι που τα Καλά Καθούμενα, τζ̆αι που το Οκτάνα, μπορεί τζ̆αι που τα Τρία Φανάρια. Ωστόσον εν εξαναήρτεν, λαλεί.
«Ποια εν’ η σχέση σου με την παλιάν πόλην;» ρωτώ τον.
«Περίεργη», απαντά.
Τι την κάμνει περίεργην τούτην την σχέσην;, διερωτούμαι.
«Εν’ είμαι της παλιάς πόλης, εν την ξέρω καλά ακόμα, κάθε φοράν που έρκουμαι ανακαλύφκω κάτι, έναν σημάδιν πάνω στον τοίχον, έναν κτήριον που εν εξαναπρόσεξα. Έσ̆ει πάρα πολλήν ιστορίαν, την οποίαν εν τζ̆αι μαθθαίννουμεν την».
Ξαφνικά αλλάσσει θέμαν.
«Πε μου, ξέρεις πόσα πάει το Hurricane;», ρωτά με.
Σε μιαν πρόσφατην συνέντευξη, οι ιδιοκτήτες ενός που τα πιο ιστορικά ζαχαροπλαστεία της παλιάς πόλης της Λευκωσίας, διάσημον για τες τυρόπιττες του τζ̆αι όι μόνον- αναφέραν ότι θέλουν να το πουλήσουν.
«Θα με ενδιέφερεν να δω το rescue mission του πώς μοιάζει.»
Αρκέφκει να μου αναλύει σενάρια οικονομικής διάσωσης του, με βάσην τα δεδομένα που έσ̆ει μπροστά του. «Πρέπει να σωθεί το Hurricane», μονολογεί τζ̆αι κάμνει με να σκέφτουμαι πόσον εργαλειακήν σκέψην έσ̆ει. Αντιλαμβάννουμαι ότι έννεν επιχειρηματική ή χρηματοοικονομική.
Ο Μιχάλης Περσιάνης εν’ ένας Πολιτικός Επιστήμονας by nature, τζ̆αι έτσι αντιλαμβάννεται τζ̆αι ερμηνεύκει την ζωήν γύρω του.
****
ΕΝ ΣΥΝΤΟΜΙΑ
Κάποια fun facts για την προσωπικότηταν του Μιχάλη:
Απλά αλλά ιερά
Αγαπημένον ρόφημα: Dalmore, negroni
On-repeat τραγούδι στο Spotify: Division Bell
Guilty Pleasure (τραγούδιν): Boney-M, By the rivers of Babylon. Βιβλικό.
Σπεσιαλιτέ: Το curry μου δεν τυγχάνει της εκτίμησης που του αξίζει!
Αγαπημένον junk food: To curry μου.
Σειρά που παρακολουθεί: Blue Eye Samurai. Είχε δίκαιο ο Παμπαλλής.
Βιβλίον που θκιεβάζει: Τούτη την περίοδο, weekdays: Structure and Change in Economic History. Πάλε. Douglass North. Σπουδαίος. Σαββατοκύριακο: Elementary Forms of Religious Life, του Durkheim. Αλλά μόνο Σάββατα γιατί χαλά τον ύπνο.
Πεζά μεν, χρήσιμα δε
Σχέση με την τεχνολογία: Καλούτσικη. Άρχισα να φοούμαι.
Αγαπημένον gadget: Banal αλλά κινητό.
Σοφιστικέ
Έργον τέχνης που ξεχωρίζει: Τρεις του Μάη και ο Κρόνος του Γκόγια.
Blast from the past
Αγαπημένη παιδική ανάμνηση: Θάλασσα.
Πιο συχνή αταξία που έκαμνεν μιτσής: Τεστ αντανακλαστικών με το ειδικό σφυράκι πάνω στα καννιά των αρρώστων του παπά μου.
Αγαπημένον τραγούδιν στην εφηβεία: People are Strange τζ̆αι Riders on the Storm.
Αγαπημένον στέκκιν στην εφηβεία: Woodstock.
Το πιο εξτρίμ πράμαν που έκαμεν έφηβος: Αστειεύεσαι.
Πρώτον τραγούδιν που έμαθεν να παίζει στην κιθάραν: Ποτέ. Προσπάθησα πνευστά, βιολί, πιάνο, κιθάρα. Ατάλαντος. Στο βιολί μάλιστα είπε μου ο δάσκαλος πως εν κάμνω στο δεύτερο μάθημα.
Λευκωσία, αγάπη μου
Αγαπημένον στενόν: Που του Χατζηγιωρκάτζη Κορνέσιου, μέσα. Παρόλο που ήταν παλιοτόμαρο ο συγκεκριμένος.
Αγαπημένη γωνιά: Άης Λάζαρος, η νότια στοά που πίσω.
The world as an oyster
Αγαπημένος προορισμός: Σηκουάνας. Bouquinistes.
Επόμενο προγραμματισμένο ταξίδι: Βερολίνο, δουλειά.
Τύπος τουρίστα: μουσεία ή θκιάνεμμαν; Χωρίς πρόγραμμα, μουσεία.
Μεταφυσικά κι αγαπημένα
5 άτομα, living or dead, που θα επροσκαλούσεν σε dinner party: Έχουμε πολλές παραλλαγές, αλλά μιακορυφαία θέλει: Jung, Isaiah Berlin, Υπατία, Lao Tzu τζ̆αι Heisenberg. Με ποτό, πούρο τζ̆αι ατζέντα για τη συζήτηση τη σχέση της επιστήμης με το Άφατο.
Αν είσ̆εν κάποιαν υπερδύναμην τούτη θα ήταν: Time management.
Αν εμπορούσεν να μετενσαρκωθεί σε κάποιον ήρωαν βιβλίου: Michael Udomo. Walk a mile in his shoes να δειςπόσο δύσκολο ένει.
Τα πολύ προσωπικά
Τελευταία φορά που έκλαψεν: Division Bell.
Κοσμοθεωρία: τελικά η ζωή εν’ μια σειρά που τυχαία γεγονότα; Πόσες λέξεις δικαιούμαι; (😊).
Η πολιτική αλλιώς
Πολιτικός που θαυμάζει ή εκτιμά στην Κύπρο: Κασουλίδης, Βασιλείου.
Πολιτικός που θαυμάζει στο εξωτερικόν: Eisenhauer, Adenauer, de Gaulle. Με διαφωνίες στην πολιτική των τριών.
Κριτική προς την Αριστεράν: Οι στόχοι της Αριστεράς εν επιτυγχάνονται πάντα με τες πολιτικές που θεωρούνται «αριστερές». Αλλά η Αριστερά εν κάποτε πιο πιστή στις «αριστερές πολιτικές» παρά στους «Αριστερούς στόχους». Πρέπει να επικεντρωθεί στο αποτέλεσμα που επιδιώκει τζ̆αι να απορρίψει το φετίχ που έσ̆ει με τα εργαλεία/πολιτικές που θεωρούνται «αριστερές». Ειδέ μη, υποφέρει το αποτέλεσμα τζ̆αι χάνουνται οι στόχοι.
Κριτική προς την Δεξιάν: Χωρίς κατεύθυνση πλέον. Απουσιάζει σοβαρή πολιτική Σκέψη. Τζ̆αι φαίνεται πολλά.
Πόσο ταυτίζεται με την ρήση «Δεν υπάρχει αλήθεια στην πολιτική, παρά μόνο η πολιτική της αλήθειας»; Η πολιτική εν’ αναπόφευκτα ξιμαρισμένη. Τούτον εν μπορεί τζ̆ι’ εν πρέπει να αλλάξει. Είπεν το ο Μπίσμαρκ γιατα λουκάνικα [Laws are like sausages, it is better not to see them being made.]. Τούτον που απουσιάζει εν’ το αίσθημα ευθύνης. Εν υπάρχουν αλήθειες, υπάρχουν μόνο αποτελέσματα πολιτικής.
Έναν μήνυμαν που θα έστελνεν στον/ην μέσον/ην Κυπραίον/αν: Πρέπει πρώτα να ξηβολευτούμε αν θα πάμε μπροστά. Την επόμενη φορά που θα έσ̆ει εκλογές, ας τες δούμε σαν διαδικασία πρόσληψης: Είμαι μέλος μιας μεγάλης επιτροπής προσλήψεων τζ̆αι θκιαλέω τον/την καλλύττερη για να μας κάμει μια πολλά συγκεκριμένη δουλειά. Τίποτε άλλο. Αν το δεις έτσι, αλλάζει πλήρως η εκλογική σου επιλογή.
WHO IS WHO
Ο Μιχάλης Περσιάνης διατελεί Πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου που το 2022. Εδιετέλεσεν επίσηςΔιευθυντής Εταιρικών Υποθέσεων της Τράπεζας Κύπρου που το 2015 ως το 2022, τζ̆αι παλαιότερα ήταν αρχισυντάκτης του Οικονομικού ρεπορτάζ στην Καθημερινή Κύπρου, που την ίδρυση της το 2008 μέχρι το 2015.