Freddo Cappuccino με τον Γιώργο Ανδριώτη

Πρωινός καφές με έναν κλασικόν ροκκάν, που επήεν νηπιαγωγείον στο Ομάν, έκαμνεν ‘tape trading’ στες αλάνες των Αγίων Ομολογητών τζ̆αι εδιαμόρφωσεν την πολιτικήν του συνείδησην στο Cardiff

Credit: Ανδρέας Λουκαΐδης

Ομολογώ το απωθημένον μου εξαρχής: Ο υπότιτλος που ήθελα πραγματικά να γράψω στο κείμενον για τον Γιώργον είναι ο εξής: «Πρωινός καφές με έναν κλασικόν ροκκάν που έσ̆ει να λαλεί πως επήεν νηπιαγωγείον μιαν μέραν με το DeLorean».

Όταν μου το είπεν τούτον ο Γιώργος για την ζωήν του, έφυεν η φάτσα μου. Μιλούμεν για το DeLorean. Το αυτοκίνητον που το ‘Back to the Future’. Τζ̆αι μιλούμεν για κάτι που έγινεν την δεκαετίαν του ’80, που η ταινία ήταν το talk of the world, αφού είσ̆εν μόλις κυκλοφορήσει (1985). Εν’ λλίον πράμαν να σε παίρνει ο παπάς σου σχολείον με το DeLorean; 

Ο υπότιτλος τούτος, όμως, θα επροέβαλλεν μιαν πολλά περιορισμένην πραγματικότηταν για τον συνεντευξιαζόμενον μου, επομένως αποφάσισα να αυτό-λογοκριθώ, εξ’ ού τζ̆αι ο υπότιτλος που έβαλα τελικά.

Προτρέχω όμως. Πάμε πάλι.

Με τον Γιώργον Ανδριώτην εσυναντηθήκαμεν το πρωινόν του περασμένου Σαββάτου στο Swimming Birds, στην παλιάν πόλην. Όπως η πλειοψηφία, πλέον, των συνεντευξιαζομένων μου, ούτε τζ̆είνος πίνει Brandy Sour. Πάνω στην συνδιαλλαγήν μας για να διευθετήσουμεν την συνάντησην μας, αντί να τον έχω να πίννει μπύραν στο Χαράτσιν, εδέχτηκα να σπάσουμεν εντελώς το concept της συνέντευξης τζ̆αι να βρεθούμεν για πρωινόν καφέν. Φταίει το διπλωματικόν του background που με εκατάφερεν; Ίσως.

Έφτασα στο καφέ με το ποδηλατούιν μου. Επέρασα μέσα που τον Δημοτικόν Κήπον, έπιασα τον ποδηλατόδρομον της λεωφόρου Αιγύπτου, εκατέβηκα στην τάφρον της Πλατείας Ελευθερίας τζ̆αι εφκήκα πάνω προς το παλιόν Δημαρχείον. Εδιέσχισα την Ονασαγόρου, έπιασα τον δρόμον του (πρώην) Πίβο μπροστά που τα φυλάκια, εφκήκα στο CYens τζ̆αι που τζ̆ειαμαί εκατέληξα Swimming Birds. Εν’ μια απόλαυση η διαδρομή που τον Άγιον Ανδρέαν στην παλιάν πόλην, ειδικά άμαν εν δροσιά τζ̆αι η ατμόσφαιρα ολοκάθαρη.

Ο Γιώργος ήταν ήδη τζ̆ειαμαί τζ̆αι είσ̆εν  παραγγείλει τζ̆αι καφέδες. Καθούμαστεν στην πισινήν αυλήν, πάνω σε κάτι μακρόστενα ξύλινα τραπέζια. Είμαστεν μόνοι μας τζ̆αι στο βάθος μια γυναίκα θκιεβάζει το βιβλίον της. Ο Γιώργος τυλίει το τσιάρον του, ανάφκει το τζ̆αι ξεκινούμεν. 

Που τους Άγιους Ομολογητές στο Μουσκάτ

«Εγεννήθηκα στους Αγίους Ομολογητές, όρια με παλιόν Στρόβολον, τζ̆ειαμαί που εν’ ο Ερυθρός Σταυρός. Εν’ περιοχή που δύσκολα αποχωρίζουμαι, γιατί ο ποταμός κάμνει την διαφοράν. Έσ̆ει έναν δικόν του μικροκλίμαν, ειδικά το καλοτζ̆αίριν. Τζ̆αι γεωγραφικά, όμως. Είσαι κοντά που παντού. Εν εχρειάστηκα ταξίν ως τα 17 μου, που έκαμα φιλενάδαν στα προάστια.

Μόλις εσυμπλήρωσα έναν χρόνον ζωής επήαμεν στο Ομάν για τέσσερα χρόνια. Είσ̆εν έβρει δουλειάν ο παπάς μου ως μηχανικός σε μιαν εταιρείαν που εισήγαγεν αυτοκίνητα πολυτελείας.»

«Τι θυμάσαι που τα χρόνια στο Ομάν;», ρωτώ τον.  

«Έχω πολλά έντονες αναμνήσεις», λαλεί μου. «Είχαμεν έναν πολλά ωραίον σχολείον, το οποίον είσ̆εν τζ̆αι πισίναν. Έτσι εξεκίνησεν τζ̆αι η σχέση μου με το νερόν. Ήμασταν 80 μωρά στο σχολείον. Σκέφτου ότι μέσα της δεκαετίας του ’80 είσ̆εν 1030 Κυπραίους που εζούσαν στο Ομάν.»

Φκάλλει το τηλέφωνον του τζ̆αι δείχνει μου μιαν αναμνηστικήν φωτογραφίαν του σχολείου. Εν’ έναν ισόγειον ορθογώνιον χτίσμαν με θκυό παράθυρο δεξιά τζ̆ι αριστερά. Στην μέσην, μπροστά που την είσοδον, υψώννεται έναν τεράστιον δέντρον που μοιάζει με καρυθκιάν. Στα σκαλιά του σχολείου στέκουνται οι μαθητές τζ̆αι οι δασκάλοι τους. Μοιάζει μου πολλά κυπριακόν σκηνικόν. Αν δεν μου ελάλεν ότι εν’ φωτογραφία που το Ομάν, εν θα το εκαταλάβαιννα. 

«Εν’ που τα λλία σημεία του Μουσκάτ που είσ̆εν πράσινον, τζ̆αι νομίζω εν’ οι Κυπραίοι που το εφυτέψαν. Το Ομάν έσ̆ει έρημον, αλλά έσ̆ει τζ̆αι θαμνώδην βλάστησην τζ̆αι έσ̆ει τζ̆αι σημεία που εν’ όπως τες οάσεις. Οι πιο έντονες μου αναμνήσεις που τζ̆ειαμαί εν’ η θάλασσα, η πισίνα του σχολείου τζ̆αι οι συμμαθητές μου. Στην πορείαν έχασα επαφήν με τους παραπάνω, αλλά τα πρώτα τρία χρόνια που επιστρέψαμεν θυμούμαι ότι επηαίνναμεν Αργάκαν για διακοπές, που τζ̆ειαμαί εμείνισκεν τζ̆αι ο κολλητός που είχα στο Ομάν.»

Προσγείωση στην κυπριακήν πραγματικότηταν 

Λαλεί μου ότι το 1988 επιστρέψαν στην Κύπρον με την αδερφήν του τζ̆αι την μάμμαν του, ενώ ο παπάς του έμεινεν για ακόμα τρία χρόνια. Ρωτώ τον να μου πει πώς εβίωσεν τούτην την αλλαγήν.

«Εσημάδεψεν μας τούτη η αλλαγή. Η αδερφή μου εδυσκολεύτηκεν πολλά. Εγώ εν είχα σχεδόν καθόλου μνήμες που την Κύπρον, αλλά τουλάχιστον έκαμα τζ̆αι έναν χρόνον προδημοτικήν τζ̆αι έκαμα catch up. Όταν επιστρέψαμεν θυμούμαι ότι εβαρκούμουν πάρα πολλά. Στο Ομάν έφκαινα πιο εύκολα στην αυλή, δαμαί εμεινίσκαμεν σε πολυκατοικίαν. Έκαμνα τζ̆αι πολλά extra curricular activities μετά το σχολείον.

Επίσης η τηλεόραση είσ̆εν πολλά παραπάνω πράματα. Τζ̆αι οι σειρές οι αμερικάνικες οι καρα-80’s, όπως οι Night Riders τζ̆αι τα Mickey Mouse, ξέρω ‘γω, ευτυχώς εν ήταν ντουμπλαρισμένα, οπότε εποσκολιούμασταν. Αλλά η ειδοποιός διαφορά ήταν ότι στο Ομάν εν εδούλευκεν η μάνα μου. Όταν επιστρέψαμεν άνοιξεν δικόν της νηπιαγωγείον τζ̆αι εδούλευκεν πάρα πολλά. 

Ο παπάς μου έμεινεν στο Ομάν ως το ’91, που εξέσπασεν ο πρώτος πόλεμος στο Ιράκ. Για τρία χρόνια ήμασταν μόνον οι τρεις μας στην Κύπρον. Έρκετουν Χριστούγεννα, Πάσχαν, καλοτζ̆αίριν. Παρόλον που είχαμεν πολλά τεταμένην σχέσην με τον παπάν μου, ήταν έντονη η απουσία του τζ̆είνον το διάστημαν. Θυμούμαι να πιάνει κάποιος τηλέφωνον στο σπίτιν –ήταν ο ενοικιαστής του νηπιαγωγείου της μάνας μου νομίζω; – τζ̆αι εμοιάζαν πάρα πολλά οι φωνές τους τζ̆αι στην αρχήν εμίλουν του σάννα ήταν ο παπάς μου.»

Παρατηρώ τον ότι κοτσ̆ινίζει σαν μου διηγείται το περιστατικόν. Ρωτώ τον πώς τον επηρέασεν το γεγονός. Τι αποτύπωμαν άφηκεν πάνω του.

«Νομίζω στα τέλη της εφηβείας εφκήκεν μου, ναι. Ειδικά στες σχέσεις με το αντίθετον φύλον.» Εν επεκτείνεται. Έσ̆ει μιαν τάσην να μου μιλά μέσα που συμβάντα, μέσα που ιστορικά τζ̆αι οικογενειακά γεγονότα της εποχής παρά μέσα που τα συναισθήματα του για κάθε γεγονός. 

Παιδικά όνειρα τζ̆αι… Back to the Future

«Τι ήθελες να γίνεις όταν ήσουν μιτσής;», ρωτώ τον. 

«Στο Ομάν αρέσκαν μου πολλά τα αυτοκίνητα. Εκτεθήκαμεν σε υπέρ-πολυτελή αυτοκίνητα λόγω της δουλειάς του παπά μου. Αυτοκίνητα όπως Porsche, αλλά customized Porsche. Τζ̆αι με τούντα αυτοκίνητα επηαίνναμεν σχολείον. Ο παπάς μου οδηγούσεν τα τούτα τα αυτοκίνητα, που έρκουνταν στο γκαράζ για service. Ας πούμεν επήα σχολείον στο νηπιαγωγείον με DeLorean.» 

Κάμνω εικόναν το αυτοκίνητον που το ‘Back to the Future’ να παρκάρει μπροστά που το σχολείον. Να αννοίουν οι πόρτες ίσ̆ια πάνω τζ̆αι που μέσα να κατεβαίννει έναν… μωρόν τεσσάρων χρονών με την τσεντούαν του τζ̆αι την στολήν του σχολείου.

«Επομένως σε τζ̆είνην την φάσην ήθελα να γίνω μηχανικός. Μετά ήθελα να γίνω Ίκαρος. Αλλά εν είχα τες δεξιότητες που θα μπορούσαν να με πάρουν ως τζ̆ειαμαί. Ούτε τες φυσικές ικανότητες. Ο δρόμος μου εν θα με έφκαλλεν ποττέ τζ̆ειαμαί.» 

Σχολείον, αλάνες, μπάσκετ τζ̆αι ροκ

«Τι μαθητής ήσουν;», ρωτώ.

«Στο Λύκειον εδυσκολεύκουμουν να θκιαλέξω κλάδον μαθημάτων. Στο τέλος αναγκάστηκα τζ̆αι έβαλα μαθήματα για να έχω πολλές επιλογές. Εν ήξερα τι ήθελα να κάμω. Ήμουν σε φάσην σύγχυσης ως τον στρατόν. 

Η αδερφή μου εσπούδασεν Αρχαιολογίαν, έκαμεν τζ̆αι πτυχίον τζ̆αι διδακτορικόν με υποτροφίαν. Ένιωθα έναν ανταγωνισμόν, ευτυχώς όμως οι γονιοί μας εμεγαλώσαν μας αναγνωρίζοντας ότι είμαστεν πολλά διαφορετικά άτομα μεταξύν μας. Αλλά τζ̆αι μόνον το ότι η αδερφή μου ήξερεν τι ήθελεν, έκαμνεν με να νιώθω τούτην την πίεσην. Ήταν έναν commitment ζωής που εν ήμουν έτομος να κάμω. 

Είχα παραπάνω κλίσην στα κλασικά τα μαθήματα αλλά οι γονείς μου εθέλαν να μείνω στο πρακτικό. Εδεινοπάθησα ώσπου να φκω που τζ̆ειμέσα. Η τρίτη Λυκείου ήταν μαρτύριον.»

Ανάφκει ξανά το τσιάρον του, πίννει μιαν ρουφιξιάν. 

«Εν΄ έναν που τα πράματα που θα άλλασσα. Θα επερνούσα πολλά καλλύττερα αν εμείνισκα στο κλασικόν.» 

«Πώς έμοιαζεν ο Γιώργος τζ̆είνης της ηλικίας;», ρωτώ τον.

«Είχα σπόντες μαλλιά, γενικά όμως εν ακολουθούσα την τάσην της μόδας. Που τες πρώτες τάξεις του γυμνασίου εμπήκα σε μιαν σχέσην ζωής με την ροκ μουσικήν τζ̆αι έτσι εφορούσα ντζ̆ιν τζ̆αι φανέλλες ροκ συγκροτημάτων. Εν είχα ποττέ μακρύν μαλλίν ή σκουλαρίτζ̆ια. Εσύχναζα Καλά Καθούμενα, μετταλλάδικα, ροκάδικα, στο Καφεωδείον. Επηαίνναμεν στην Transit, που έπαιζεν ροκ κλασικόν αγγλικόν τζ̆αι ελληνικόν, τζ̆αι στην Reckless. Ήταν τα late 90’s. Η παρέα της γειτονιάς ακούαμεν ούλλοι heavy metal: Maiden, Metallica, thrash, Slayer, Megadeth.»

Ρωτώ τον πώς του ακούεται τούτη η μουσική σήμερα. 

«Πορώννουμαι με τον ίδιον τρόπον», λαλεί μου.  

«Επειδή παίζω τζ̆αι κιθάραν, εν’ τζ̆αι το artistic part που μου αρέσκει σε τούτην την μουσικήν. Άρκεψα να παίζω κιθάραν στα 13-14 μου. Έκαμνα πιάνον που ήμουν δημοτικόν – εγελάσαν μου – αλλά πάντα ήθελα να μάθω κιθάραν. Εμάθθαιννα μόνος μου ως τα 19 μου, που άρκεψα μαθήματα. Τότε εν ήμουν σε κάποιον συγκρότημαν. Τζ̆είνον το απωθημένον φκαίννει μου τωρά [γελά].

Τότε είχαμε έναν community σαν γειτονιά τζ̆αι επαίζαμεν μπάσκετ τζ̆αι επαίρναμεν τζ̆αι έναν φορητόν ράδιον τζ̆αι ακούαμεν τούτην την μουσικήν. Ούλλοι εξεκινήσαμεν πάνω-κάτω να μαθθαίννουμεν όργανα – οι παραπάνω κιθάραν – οπότε επαίζαμεν μαζίν τζ̆αι εμαθθαίνναμεν ο ένας που τον άλλον. Τότε έπαιζεν το ‘Jamming’ στην ΕΡΤ, με τον γνωστόν και πλέον καταδικαστέον Στάθην Παναγιωτόπουλλον, έπαιζεν RobertKamasa στο ράδιον. Εν΄ ίσως ο πιο ψαγμένος disc jockey στην Κύπρον. Έκαμνεν εκπομπήν στον Super τζ̆αι μετά στο ΡΙΚ για τριάντα χρόνια, που τες αρχές της δεκαετίας του ’90. Ηχογραφούσαμεν τες εκπομπές του, τζ̆αι έτσι εμαθθαίνναμεν πάρα πολλά πράματα τζ̆αι που τζ̆είνον. 

Εκάμναμεν επίσης ‘tape trading’ γιατί ήταν τζ̆αι 12 λίρες το CD τότε, ήταν ακριβά. Οπότε εγόραζεν κάποιος έναν τζ̆αι επηαίνναμεν σπίτιν του τζ̆αι ηχογραφούσαμεν το. Τες παραπάνω κασέττες έχασα τες κάπου δαμαί στα φυλάκια», λαλεί μου. Δείχνει μου προς την νεκράν ζώνην. «Έφκαλλα σκοπιάν τζ̆ειαμαί που θωρείς», λαλεί μου. «Στο φυλάκιον πάνω που την Πινέζαν».

Στρατός τζ̆αι πρώτη επαφή με δημοσιογραφία

Ζητώ του να αννοίξουμεν το κεφάλαιον του στρατού. «Πε μου την εμπειρίαν σου», λαλώ του.

«Ήταν πολλά δύσκολη η προσαρμογή στον στρατόν. Εν ήταν που τες πιο ωραίες εμπειρίες της ζωής μου, αλλά έχω τζ̆αι θετικές αναμνήσεις. Εν συμφωνώ ότι σκληραγωγείσαι, αλλά εν’ μια εμπειρία. Καταλαβαίννεις την ειρωνίαν τζ̆αι το παράλογον του να είσαι σε έναν σύστημαν με ιεραρχείαν. Άμαν το έσ̆ει τζ̆αι η δουλειάν σου ύστερα, υπενθυμίζεται σου συχνά τούτος ο παραλογισμός.» 

Ρωτώ τον πώς εβίωσεν τούτην την εγγύτηταν με το τουρκοκυπριακόν στοιχείον, τότε. «Άλλοι εσύρναν τους πέτρες», λαλεί μου, «εγώ ήμουν αδιάφορος». 

«Είχα φκει που έναν πολλά δεξιόν σχολείον, του Τζ̆ύκκου Β’, είχα έναν διοικητήν που μας έκαμνεν brainwashing κάθε μέρα, επομένως you sort of buy into it. Αλλά ο παπάς μου όμως εμίλαν μου συχνά για την σχέσην του με τους Τουρκοκύπριους. Μιαν ημέραν εκατέβηκεν μου ένας μιτσής μες την νεκράν τζ̆αι έκαμνεν μου νούμερα. Έμεινα τζ̆αι εθώρουν τον, τζ̆ι εγέλουν. Τι ήταν να έκαμνα;»

«Μέσα σε τούτον το σκηνικόν, πώς σου ήρτεν να σπουδάσεις δημοσιογραφίαν;» ρωτώ τον. 

«Εν με ενδιέφερεν ακόμα το πολιτικόν. Άρεσκεν μου τότε να θκιεβάζω μουσικά τζ̆αι πολιτιστικά περιοδικά. Classic Rock, Mojo, Fume, Total Guitar. Εγόραζα τα που το περίπτερον της Πλατείας Ελευθερίας, που εν υπάρχει πλέον. Εν’ το πολιτιστικόν κομμάτιν που με ετράβησεν στην αρχήν. Άρεσκεν μου να θκιεβάζω συνεντεύξεις, ιντρίγκαρεν με η ιδέα του να μπαίνει ο δημοσιογράφος στα παπούτσια του συνεντευξιαζόμενου.»

Σπουδές στο Cardiff: Και εγένετο πολιτική συνείδηση

Μιλά μου για τες σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Cardiff. Εξηγεί μου πώς που τα μουσικά περιοδικά εκατέληξεν να βλέπει την δημοσιογραφίαν ως κάτι πολλά πιο βαθύν.

«Στην πορείαν, όταν εξεκίνησα σπουδές δημοσιογραφίας στο Cardiff, αρέσαν μου πολλά τα μαθήματα σημειολογίας, πολιτικής επικοινωνίας, σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας τζ̆αι εμπήκα ακόμα παραπάνω μέσα στο νόημα», λαλεί μου.

«Συνειδητά έπιασα μιαν στάσην πιο κεντροαριστερήν εξαιτίας του Πανεπιστημίου μου. Γενικά ένιωθα να είμαι στο επίκεντρον πολιτικών εξελίξεων τζ̆αι η σχολή μου είσ̆εν πολλά critical leftist approach on media reporting. Ήταν τα χρόνια του δεύτερου πόλεμου στο Ιράκ. Ήρτα επίσης για πρώτην φοράν σε επαφήν με τον όρον ‘asylum seeker’ γιατί η πόλη του Cardiff ήταν πολλά πολυπολιτισμική, τζ̆αι γενικά εταυτίζουμουν με το σύνοικο στοιχείον της περιoχής. 

Έππεσα τζ̆αι θύμαν ρατσιστικής επίθεσης τζ̆ειαμαί. Μιαν φοράν ήμουν σε μιαν τοπικήν μπυραρίαν τζ̆αι έβλεπα μάππαν. Είσ̆εν μιαν παρέαν μεθυσμένων που ήταν απειλητικοί εναντίον μου. Τότε είσ̆εν πολλύν ρατσισμόν κατά των Πολωνών γιατί είχαν μόλις μπει στην ΕΕ τζ̆αι επηαίνναν πολλά στην Αγγλίαν για να δουλέψουν. Τούτοι ήταν τόσον ignorant που είδαν με ξένον τζ̆αι εσυμπεράναν ότι πρέπει να είμαι Πολωνός. Ήρτεν ο ένας, έκατσεν δίπλα μου τζ̆αι έκαμνεν μου επιθετικές ερωτήσεις για να μάθει πόθθεν είμαι. Στα πολλά-πολλά λαλώ του ‘είμαι που την Κύπρον, ποιον εν’ το πρόβλημαν σου;’. Λαλεί μου ‘έζησα Κύπρον, ήταν ο παπάς μου UN’. Λαλώ του ‘εσύ έζησες έσσω μου, έσ̆εις πρόβλημαν που ζω εγώ έσσω σου;’»

Επαγγελματική πορεία: ΠΟΛΙΤΗΣ – ΜΚΟ – Διπλωματία

Ζητώ του να μου μιλήσει λλίον για την εμπειρίαν του στην δημοσιογραφίαν.

«Στον ΠΟΛΙΤΗΣ είχα δουλέψει πιο παλιά στην αποθήκην σαν χαμάλης, επομένως είχα επαφήν με την εφημερίδαν. Ήταν σταδιακή η ανέλιξη μου, εξεκίνησα που το υπόγειον τζ̆αι ανελίχτηκα, κυριολεχτικά [γελά]. 

Τότε, το 2007, είσ̆εν πολλές εξελίξεις στην Κύπρον τζ̆ι εγώ έκαμνα ελεύθερον ρεπορτάζ. Ήταν το τέλος της διακυβέρνησης Παπαδόπουλου, εκοντεύκαν οι εκλογές του 2008, η δημοφιλία του Χριστόφκια τότε ήταν στα ύψη, επροέκυψεν η διάνοιξη του οδοφράγματος της Λήδρας, υπήρχεν έναν momentum στο Κυπριακόν.

Ήταν τα πρώτα χρόνια της ένταξης μας στην ΕΕ, το 2008 εμπήκαμεν στο Ευρώ. Είχα πάει αποστολήν στην Συρίαν τον Οκτώβριον του 2007, έζησα την χώραν πριν να διαλυθεί. I was witnessing history.

Ήξερα όμως ότι εν το πολλο-είχα. Εν είχα το σκουλούτζ̆ιν της δημοσιογραφίας.»

Διερωτούμαι πώς ήταν η εμπειρία του στον χώρον των ΜΚΟ. 

«Έσ̆ει  μιαν παθογένειαν ο χώρος των ΜΚΟ. Τα διοικητικά τους συμβούλια εν΄ σε εθελοντικήν βάσην που λειτουργούν. Οι υπάλληλοι των οργανισμών εν’ σε έναν συνεχές άγχος να φέρουν προγράμματα μέσα τζ̆αι αντιμετωπίζουν τζ̆αι δύσκολες συνθήκες εργασίας. Μέσα σε τούτον το context, πολλά εύκολα χάννεται το όραμαν ενός ΜΚΟ. Συνειδητά αποφάσισα να φύω, γιατί εν ήταν βιώσιμος χώρος για μέναν.» 

Αίσθηση του «ανήκειν» τζ̆αι αποχρώσεις της Αριστεράς

Παρατηρώ στον τρόπον που μου αναλύει τα δεδομένα της εποχής τζ̆είνης μιαν πολλά διεθνοποιημένην αντίληψην της ιστορίας. Η σκέψη του εν έσ̆ει σαν σημείον εκκίνησης της την Κύπρον. Σαν να ξεκινά που έναν πιο διευρυμένον σημείον για να καταλήξει τζ̆αι τζ̆ειαμαί. «Πιστεύκεις ότι εβοήθησεν στην ανάπτυξην τούτης της αντίληψης το ότι έζησες κάποια χρόνια στο Ομάν;» ρωτώ. 

«Ναι», λαλεί μου. «Τζ̆αι θα ήταν ακόμα πιο έντονον τούτον αν επήαιννα σε ιδιωτικόν σχολείον. Ένιωθα τούτον το χάσμαν με τους συνομήλικους μου. Στον στρατόν, που εγνώρισα τζ̆αι άτομα που ιδιωτικά, έσπασεν μέσα μου μια προκατάληψη που είχα εναντίον τους, ότι εν’ ούλλοι βαρετοί. Ένιωθα ότι είχαν παραπάνω διεθνείς γνώσεις τζ̆αι είχαμεν παραπάνω κοινά.»

Ρωτώ τον αν στην Κύπρον νιώθει την αίσθησην του «ανήκειν». Διά μου την εντύπωσην ότι ίσως να μεν το νιώθει πούποτε τούτον. «Νιώθεις να ζεις στο περιθώριον;» ρωτώ τον.

«Γενικά εν ταυτίζουμαι με ομάδες. Εν’ κομμάτιν του χαρακτήρα μου, έννεν πολιτική προσέγγιση των πραμάτων. Αν δεν ταυτίζουμαι με κάτι 100% εν θα συμβιβαστώ μαζίν του. Είμαι 40 χρονών τζ̆αι εν ανήκα ποττέ σε κόμμαν. Ενοχλεί με πολλά τούτον το tribal mentality που επικρατεί στην κυπριακήν κοινωνίαν. Το ‘wash my back, I’ll wash yours’ εν με εκφράζει. Εν’ δαμαί που βασίζεται το ‘κρύψε να περάσουμεν’ τζ̆αι εξαιτίας του εν κάμνουμεν εποικοδομητικήν κριτικήν σαν λαός. Που τούτην την άποψην ναι, ζω κάπως στο περιθώριον.» 

Βάλλω του την άσκησην διαχωρισμού Δεξιάς-Αριστεράς. Βάλλει την τζ̆ίζαν του τρία δάχτυλα αριστερά του κέντρου. Ρωτώ τον τι σημαίνει για τζ̆είνον Αριστερά. 

«Εκτιμώ το στοιχείον της ισότητας. Γενικά εν μου αρέσκει η αδικία. Αλλά αν βάλουμεν το κόκκινον ή το βαθύν κόκκινον ή το Ferrari κόκκινον σαν reference, είμαι αρτκετά ροζ για πολλούς.»

****

ΕΝ ΣΥΝΤΟΜΙΑ

Κάποια fun facts για την προσωπικότηταν του Γιώργου:

Απλά αλλά ιερά
Αγαπημένον ρόφημα: Freddo cappuccino.
On-repeat τραγούδι στο Spotify: Life’s been good (Joe Walsh).
Guilty Pleasure (τραγούδιν): Time after Time (Cindy Lauper).
Σπεσιαλιτέ: Fajitas.
Αγαπημένον junk food: Pizza (τζ̆αι ενδοφλεβια χοληστερολη).
Σειρά που παρακολουθεί: Miss Fisher’s Murder Mysteries.
Βιβλίον που θκιεβάζει: 11 rings (Phil Jackson).

Πεζά μεν, χρήσιμα δε
Σχέση με την τεχνολογία: Άσχετος.
Αγαπημένον gadget: Κινητό τηλέφωνο

Σοφιστικέ
Έργον τέχνης που ξεχωρίζει: Εν το ‘χω με τα εικαστικά, θα εθκιάλεα το St. Peppers των Beatles, εν’αριστούργημα.

Blast from the past
Αγαπημένη παιδική ανάμνησηΜπάσκετ στη γειτονιά.
Πιο συχνή αταξία που έκαμνεν μιτσής: Πομπάρτες.
Αγαπημένον τραγούδιν στην εφηβείαTNT (AC/DC).
Αγαπημένον στέκκιν στην εφηβεία: Transit.
Το πιο εξτρίμ πράμαν που έκαμεν έφηβος: Εστείλαν με πειθαρχικόν στο σχολείον γιατί εβούττησα στηνθάλασσαν σε εκδρομήν.
Πρώτον τραγούδιν που έμαθεν να παίζει στην κιθάραν: Κλασικά Smoke on the water (Deep Purple).

Λευκωσία αγάπη μου
Αγαπημένον στενόν: Αγ. Κασσιανος.
Αγαπημένη γωνιά: Πλάτανος, Αγ. Ομολογητες.

The world as an oyster
Αγαπημένος προορισμός: Κεφαλονιά.
Επόμενο προγραμματισμένο ταξίδι: Χάγη.
Τύπος τουρίστα: μουσεία ή θκιάνεμμαν; Πόσες καφετεριες τζ̆αι πεζοδρόμους έσ̆ει μια πόλη;
Αγαπημένη γωνιά στο Ομάν: Η γειτονιά μου, Madina Qabus.
Αγαπημένη γωνιά στο Cardiff: Crwys Road.

Μεταφυσικά κι αγαπημένα
5 άτομα, living or dead, που θα επροσκαλούσεν σε dinner party: James Hetfield, Paul McCartney, Mick Ronson, Randy Rhoads, Jeff Beck.
Αν είσ̆εν κάποιαν υπερδύναμην τούτη θα ήταν: Ήθελα να γινώ πιλότος μητσης άρα να πετώ.
Αν εμπορούσεν να μετενσαρκωθεί σε κάποιον ήρωαν βιβλίου: Οδυσσεας στην Ομηρου Οδυσσεια.

Τα πολύ προσωπικά
Τελευταία φορά που έκλαψεν: Πριν δέκα μέρες.
Κοσμοθεωρία: τελικά η ζωή εν’ μια σειρά που τυχαία γεγονότα; Αν έχεις τύχη διάβαινε.

Η πολιτική αλλιώς
Πολιτικός που θαυμάζει ή εκτιμά στην Κύπρο: Κανέναν.
Πολιτικός που θαυμάζει στο εξωτερικόν: Μπαράκ Ομπαμα.
Κριτική προς την Αριστεράν: Έλλειψη εξωστρέφειας.
Πόσο ταυτίζεται με την ρήση «Δεν υπάρχει αλήθεια στην πολιτική, παρά μόνο η πολιτική της αλήθειας»; Ισχύει, ειδικά άμαν ψηφίζουμε ανθρώπους που δεν εν’ ηγέτες.
Έναν μήνυμαν που θα έστελνεν στον/ην μέσον/ην Κυπραίον/αν: Να κάμνουμε αυτοκριτική. Να σταματησούμε να λειτουργούμεν ως φυλές (κουμπαροκρατία) τζ̆αι να βάλουμεν το ατομικόν ‘εγώ’ κάτω που το συλλογικόν.

WHO IS WHO
Ο Γιώργος Ανδριώτης εσπούδασεν Δημοσιογραφίαν τζ̆αι Διπλωματίαν στην Αγγλία. Εργάστηκεν ως δημοσιογράφος, ως υπεύθυνος επικοινωνίας σε διάφορα ΜΚΟ, ως media analyst στην UNFICYP, τζ̆αι ως PublicRelations Officer στην Πρεσβεία του Κουβέιτ στην Κύπρον. Σήμερα εργάζεται ως Policy Officer στην Πρεσβείαν της Ολλανδίας στην Κύπρον.

Brandy Sour με τη Νατάσα Πηλείδου

Συζήτηση με μιαν πρώην Υπουργόν ‘with a twist’, που ήθελεν να γίνει συγγραφέας τζ̆αι τελικά έγινεν λογίστρια

Την συνέντευξην με την Νατάσαν επερίμενα την με ανυπομονησίαν. Με τον τζ̆αιρόν που την παρακολουθώ εδημιουργηθήκαν μου κάποιες απορίες σε σχέσην με την πορείαν της. Τζ̆είνον το «αποφοίτησε με άριστα από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στη Γαλλική και Ιταλική Φιλολογία», για παράδειγμαν, που γράφει το βιογραφικόν της, εν μου εκόλλαν με το «είναι εγκεκριμένη λογιστής», που ακολουθεί αμέσως μετά.

Εδώσαμεν ραντεβού την περασμένην Κυριακήν μπροστά που το CYens. Εγώ της το επρότεινα, σκεπτόμενη ότι μπορεί να εδυσκολεύκετουν να έβρει το Χαράτσιν. Έφτασα τζ̆ειαμαί λλίον πιο νωρίς τζ̆αι εστήθηκα να την περιμένω. Ούλλη μέρα είχα ένοιαν να μεν ξιάσω το τετράδιον με την άσκησην προσδιορισμού της Δεξιάς-Αριστεράς. Ήθελα οπωσδήποτε να έχω την χειρόγραφην απάντησην της μέσα. Τζ̆αι ευτυχώς, εν το εξίασα. Μες την βιασύνην μου, όμως, εξίασα το τηλέφωνον μου. 

Όσην ώραν την επερίμενα, εν ήμουν καν σίουρη αν θα εγίνετουν η συνέντευξη. Εσκέφτουμουν ότι θα εμπορούσεν κάλλιστα να με έπιαννεν τηλέφωνον να μου πει ότι κάτι της έτυχεν, ότι εχάθηκεν, ότι εννα καθυστερήσει, τζ̆ι εγώ εν θα είχα τρόπον να της απαντήσω τζ̆αι θα την άφηννα ξεκρέμμαστην. Εκόφκουνταν τα πόθκια μου στην σκέψην ότι εν’ η πρώτη πολιτειακή αξιωματούχος που εδέχτηκεν να της κάμω συνέντευξην τζ̆αι ίσως να τα είχα κάμει σ̆ιόνιν.

Άμαν τζ̆αι είδα την είδα να έρκεται που την μερκάν του Swimming Birds με γοργόν βήμαν, η καρδία μου επήεν στην θέσην της. Με το ντζ̆ιν της, μιαν άσπρην φανελλούαν, έναν χακκίν λεπτόν σακκάκιν τζ̆αι τες εσπαντρίγιες της, αν δεν έξερες ποια εν’ τούτη που περνά, εν θα επήαιννεν ο νους σου ότι τούτη η γυναίκα ως τον περασμένον Φεβράρην ήταν υπουργός. 

«Συγγνώμην για την καθυστέρησην», λαλεί μου τζ̆αι συμπαρασύρει με σχεδόν αυτόματα στην ίδιαν ταχύτηταν βαδίσματος. «Έχω πολλά κακόν προσανατολισμόν τζ̆αι εχάθηκα μες τα στενά ώσπου να ‘ρτω. Τζ̆αι σπίτιν μου να με βάλεις να πάω μπορεί να χαθώ. Εν’ πολλά σπαστικόν για τους άλλους, ξέρω το.»

Καθώς περπατούμεν, τα μαύρα σύννεφα της μπόρας που επροηγήθκεν αραιώννουν τζ̆αι επικρατούν σιγά-σιγά τζ̆είνα τα γλυτζ̆ιά χρώματα του ουρανού άμαν σουρουππώννει.

Παρατηρώ ότι ξέρει πού πάμεν. Ομολογώ ότι επίστευκα πως εν θα είσ̆εν ξαναπάει στο Χαράτσιν. Αλλά όι μόνον εξαναπήεν, ήταν τζ̆αι η πρώτη μου συνεντευξιαζόμενη που ήταν ενθουσιασμένη στην ιδέαν ότι θα επίνναμεν Brandy Sour. Ήξερεν μέχρι τζ̆αι την ιστορίαν του κοκτέηλ. «Ξέρεις το ότι έσ̆ει τζ̆αι ομώνυμον βιβλίον;» ρωτά με καθώς βολεύκεται πάνω στην τόνενην καρέκλαν του καφενείου. 

Twist πρώτον

«Ξέρω την ιστορίαν του Brandy Sour καλά γιατί μιτσ̆ιά επήαιννα πολλά συχνά στις Πλάτρες. Ετρυπώνναμεν με τις φίλες μου μέσα στο Βερεγγάρια τον τζ̆αιρόν που ακόμα τα κρεβάθκια ήταν τζ̆ειαμαί  ξεστρωμένα τζ̆αι ο βούτυρος λιωμένος πάνω στο τραπέζιν με τα μυρμήγκια. Επεριμέναν μας έξω ο παππούς τζ̆αι η γιαγιά μου τζ̆ι εμείς εξερευνούσαμεν το ξενοδοχείον. Εχάρηκα πολλά που είδα ότι σάζουν το.

Ετραβούσα τους παππούδες μου σε έτσι είδους περιπέτειες. Έβαλλα τους, ας πούμεν, να με πάρουν με τες φίλες μου στον καταρράχτην των Καληδονιών. Ελαλούσα τους να μας περιμένουν με τα πράματα έξω, τζ̆αι εμείς εφκαίνναμεν πάνω τζ̆αι εκατεβαίνναμεν τον καταρράχτην που μες το νερό. Εφωνάζαν μας ‘κανεί εκάμετε το χάζι σας, ελάτε έξω τωρά’, αλλά εμείς εν ακούαμεν [γελά]

Πιο παλιά, η γιαγιά μου η Ζηνοβία, που ήταν δασκάλα, ενοικίαζεν τα καλοκαίρια έναν δωμάτιον σε έναν ξενοδοχείον στην Κακοπετριάν τζ̆αι επηαίνναμε κάποτε να τη δούμε, επομένως ξέρω καλά την περιοχήν. Λλίον αργότερα εγοράσαν σπίτιν στες Πλάτρες οι γονείς μου τζ̆αι έτσι επερνούσαμεν παραπάνω καιρόν τζ̆ειαμαί.» 

«Τι παιδίν ήσουν;» ρωτώ την.

«Στο σχολείον ήμουν μεγάλον σπάσμαν. Καθόλου δημοφιλής θα έλεα. Εν το επεδίωκα τζ̆ιόλας, να σου πω την αλήθκειαν. Ήμουν το κλασικόν σπασματούιν που ήταν να μουρμουρώ για τους βαθμούς τζ̆αι στο τέλος επήαιννα τα καλά. Ως τωρά οι δικοί μου περιπαίζουν με ότι είμαι μεγάλη μουρμούρα τζ̆αι αγχώννουμαι για το πώς εννα τα πάω ενώ πάντα πάω τα καλά.

Τζ̆αι επειδή ήμουν καλή μαθήτρια, που πολλά νωρίς έπεισα τους γονείς μου να με αφήννουν να φκαίννω έξω όποτε ήθελα. Που τα 13-14 μου επήαιννα σε clubs – Vivendi, Versus, τζ̆ιαι σε μπαρ όπως η Reckless. Τζ̆αι έπεισα τους να με αφήννουν να μεινίσκω ως τες δύο το πρωίν, όπως αφήνναν τζ̆αι τον αδερφόν μου γιατί εν θα ήταν δίκαιο να μεν το εκάμναν.»

«Πώς ήταν η σχέση σας με τον αδερφόν σου;» ρωτώ την. «Εδερνούμασταν», απαντά μου τζ̆αι γελά. «Εδερνούμασταν κυριολεκτικά, ώσπου τζ̆αι έφτασεν σε ηλικίαν που εμπορούσεν τζ̆είνος να με κερδίσει. Είχα του πει ότι εννα σταματήσω να τον δέρνω μόλις μπορέσει να με δέρει τζ̆αι τζ̆είνος τζ̆αι έτσι έκαμα» [γέλια].

«Εντελώς άλλη φάση ο αδερφός μου. Εγώ ήμουν πολλά high achiever τζ̆αι επροσπαθούσα πάρα πολλά να έρκουμαι πρώτη σε ό,τι έκαμνα. Εν το χωρεί ο νους μου κάποιος να εν’ έξυπνος τζ̆αι να μεν κάμνει προσπάθεια. Τζ̆είνος εν έκαμνεν. Την μιαν έβαφφεν τα μαλλιά του πορτοκαλί τζ̆αι την επομένην εξιούριζεν τα [γελά]. Ζηλεύκω την τούτην την ελευθερίαν. Αν εμπορούσα να γίνω κάποια άλλη για λλίον θα ήθελα να μπω στην θέσην του. 

Ως τωρά είμαστεν πολλά κοντά με τον αδερφόν μου τον Αχιλλέαν. Έσ̆ει έναν χιούμορ που θαυμάζω τζ̆αι μιαν εξυπνάδαν πολλά out of the box. Όποτε έχω ανάγκην που συμβουλήν εννα τον πιάσω τηλέφωνον.»

Με τους γονείς της τι σχέσην είσ̆εν; διερωτούμαι.

«Τζ̆αι με τους δύο πολλά καλήν σχέσην. Με την μάμμαν ήμουν ίσως λλίον πιο κοντά επειδή εν’ η μάμμα μου. Πολλά μεγάλη φυσιογνωμία. Εσπούδασεν αρχαιολόγος τζ̆αι έκαμεν PhD όταν ήμασταν μωρά. Λατρεύει την αρχαιολογίαν τζ̆αι έγραψεν πολλά βιβλία πάνω στο αντικείμενον της. Μετέπειτα εδούλεψεν στο Τμήμα Αρχαιοτήτων, για πολλά χρόνια ως έφορος μουσείων. Στην αρχήν νομίζω εν ήταν ευτυχισμένη με τις ευκαιρίες που προσφέρει η Κύπρος σε άτομα που ανήκουν στον κόσμο των τεχνών τζ̆αι της αρχαιολογίας. Όταν έσ̆εις τόσα προσόντα τζ̆αι έργον να επιδείξεις αλλά εν βρίσκεις ανταπόκρισην στην χώραν σου, απογοητεύκεσαι. Πάντα όμως αγαπούσεν τη δουλειάν της, εν θα μπορούσε να ήταν κάτι άλλο. 

Επίσης εν’ πολλά παθιασμένη σαν προσωπικότητα η μάμμα μου. Έσ̆ει τζ̆αι έναν τρόπον να βάλλει τους άλλους στην θέσην τους που βρίσκω εξαιρετικά αποτελεσματικόν. Νομίζω έχω το τζ̆ι εγώ τούτον, αλλά χρησιμοποιώ το πιο αραιά.»

Ρωτώ την τι ήθελεν να γίνει όταν ήταν μιτσιά. «Συγγραφέας», λαλεί μου. «Ήθελα να γίνω full time συγγραφέας.»

Twist δεύτερον

«Που μιτσ̆ιά εθκιέβαζα πάρα μα πάρα πολλά. Λατρεύω τον Oscar Wilde. Θεωρώ ότι ο άνθρωπος ήταν ιδιοφυία. Τζ̆αι έγραφα. Εξακολουθώ να γράφω. Έγραψα τρία βιβλία τζ̆αι πολλά ποιήματα», λαλεί μου.

«Το έναν βιβλίον μου έσ̆ει τίτλον ‘Όσα δείξει το φλυντζ̆άνιν’ τζ̆αι καταπιάννεται με την ιστορίαν θκυό αστών γυναικών στην δεκαετίαν του ’30 στην Κύπρον. Η μια επιστρέφει δαμαί που το Σουδάν όταν μαθθαίννει πως η οικογένεια της επάττισεν τζ̆αι αναγκάζουν την να πάει Κύπρον για να καλοπαντρευτεί πριν μαθευτεί το νέον. Μεινίσκει σε μιαν ξαδέρφην της που ζει στην αστικήν Λευκωσίαν τζ̆αι κάπως έτσι ξεκινά η περιπέτεια τους. Επέρασα αμέτρητες ώρες να θκιεβάζω εφημερίδες της εποχής τζ̆αι να μελετώ την ζωήν τότε. Αλλά όταν το έδωσα σε μιαν κυρίαν στην Ελλάδαν να το θκιεβάσει είπεν μου πως εν εκδίδεται έτσι κείμενον λόγω της ευρείας χρήσης των κυπριακών που έκαμα. Πέραν τούτου νομίζω εν’ κάπως μέτριο.»

«Νιώθω λλίον περίεργα με την χρήσην της γλώσσας άμαν γράφω», λαλεί. «Άμαν προσπαθώ να γράψω στην κοινήν νεοελληνικήν, νιώθω ότι εν μπορώ να είμαι 100% ο εαυτός μου. Αλλά τζ̆αι στα Αγγλικά άμαν το προσπαθήσω, νιώθω ότι κάτι μεινίσκει εχτός. Τα παραπάνω ποιήματα μου εν’ στα Αγγλικά, αλλά όπως τζ̆αι να το κάμεις η αγγλική εν’ πάντα η δεύτερη σου γλώσσα.»

Προσπαθώ να της εξηγήσω ότι ασχέτως της συζήτησης που υπάρχει για την χρήσην της κυπριακής διαλέκτου στην λογοτεχνίαν, εκδίδουνται αρκετά βιβλία τζ̆αι κείμενα με κυπριακά στην Ελλάδαν. Νιώθω ότι άμαν μου μιλά για την λογοτεχνίαν επικρατεί ένας αυθορμητισμός στον λόγον της. Ενθουσιάζεται όπως εν θα ενθουσιάζετουν, ας πούμεν, μια τεχνοκράτισσα πολιτικός που μιλά για θέματα ενέργειας. 

Τολμώ τζ̆αι κάμνω της την ερώτησην του ενός εκατομμυρίου: «καλάν τζ̆αι πώς επροέκυψεν η λογιστική μετά τες σπουδές σου στην Οξφόρδην;» 

«Εκάμαμεν συμφωνίαν», λαλεί μου. «Εσυμφωνήσαμεν με τους γονείς μου ότι θα έκαμνα τες σπουδές που ήθελα τζ̆αι μετά θα έκαμνα το chartered. Το σχέδιον μου ήταν να τελειώσω με άριστα τζ̆αι έτσι να τους πείσω ότι εν υπήρχεν περιθώριον για κάτι άλλον παρά έναν διδακτορικόν στο ίδιον αντικείμενον. Αλλά τα αποτελέσματα αργήσαν να φκουν τζ̆αι έπρεπεν να κάμω αιτήσεις για πάρακατω. Εν μετανιώνω. Πιστεύκω πως ό,τι κάμεις εν’ καλό. Εξάλλου αρέσκει μου ο επιχειρηματικός κόσμος.»

Twist τρίτον

Εν αμφιβάλλω καθόλου για τούτον που μου λαλεί, ότι της αρέσκει ο επιχειρηματικός κόσμος. Φαίνεται τούτη η επιμονή του «σπάσματος» στα μμάθκια της άμαν το λαλεί. Άλλον όμως το να κάμνεις τούτον που αγαπάς, τζ̆αι άλλον να αγαπάς τούτον που κάμνεις καλά, σκέφτουμαι. Το έναν εν effortless, το άλλον καλλιεργείται. 

Διερωτούμαι πώς αντιλαμβάννεται την βαρύτηταν του ρόλου του παπά της στην δικήν της ευρύτερην πορείαν στον επιχειρηματικόν τζ̆αι μετέπειτα στον πολιτικόν κόσμον. Πρώην πρόεδρος του ΚΕΒΕ, πρώην πρόεδρος του Invest Cyprus όπου η Νατάσα ήταν Γενική Διευθύντρια, πρώην CEO του λογιστικού οίκου στον οποίον εδούλεψεν τζ̆αι η ίδια, το όνομαν Φειδίας Πηλείδης εν βαρύν στον χώρον. 

«Εν’ μεγάλος βραχνάς το επίθετον μου. Στην PwC ειδικά είχα το πολλύν ένοιαν», λαλεί μου. «Στο Λονδίνον εν είχα έτσι θέμαν γιατί κανένας δεν ήξερεν ποια ήμουν. Στην Κύπρον άκουα πολλά συχνά την κουβένταν ‘εν’ τζ̆ειαμαί  που ένει επειδή εν’ η κόρη του Πηλείδη’. Εκνευρίζει με αφάνταστα τζ̆αι λόγω τούτης της κουβέντας πάντα επροσπαθούσα να αποδείξω διπλά την αξίαν μου, έστω τζ̆αι αν τα επήαιννα καλά τζ̆αι στις εξετάσεις τζ̆αι στη δουλειά.»

Έχοντας δουλέψει με την Νατάσαν όταν ήταν ΓΔ του Invest Cyprus τζ̆αι εγώ σύμβουλος επικοινωνίας του οργανισμού στο agency που εδούλευκα, ξέρω που πρώτον σ̆έριν πόσον δουλευταρού τζ̆αι ικανή ένει. Η απορία μου, όμως, εν’ πιο βαθκειά. «Πιστεύκεις ότι θα εγίνεσουν τόσον νωρίς Υπουργός αν δεν ήταν το επίθετον σου Πηλείδου;» παίρνω θάρρος τζ̆αι ρωτώ την. «Κάποιες φορές τζ̆αι μόνον το άκουσμαν του επιθέτου ενός ατόμου μπορεί να κάμει πόρτες να αννοίξουν.»

Σε μιαν άλλην συζήτησην, είχα ακούσει την Νατάσαν να εξιστορεί τον τρόπον με τον οποίον εμπήκεν στην πολιτικήν. Είπεν πως την εκούρτισεν ένας φίλος να συμμετάσχει στες επιτροπές παραγωγής πολιτικής (policymaking) του ΔΗΣΥ. Έστειλεν το βιογραφικόν της στην γραμματέαν του Αβέρωφ Νεοφύτου τζ̆αι την επομένην έπιασεν την τηλέφωνον να της πει ότι ο πρόεδρος ήθελεν να την συναντήσει. 

Στην μιαν ώραν που εσυζητούσαν, ο Αβέρωφ της εξέφρασεν την επιθυμίαν του να κατεβεί αριστίνδην υποψήφια στες βουλευτικές εκλογές που επλησιάζαν, τότε. Ήταν το 2016 η κουβέντα. Πιστεύκει ότι θα την εκαλούσεν στο γραφείον του σε τζ̆είνην την πρώτην συνάντησην ο Αβέρωφ αν δεν ήταν η Νατάσα Πηλείδου τζ̆αι ήταν απλώς μια Νατάσα; Έξυπνη, μεν, ικανότατη, δουλευταρού, επικοινωνιακή, αλλά χωρίς καμίαν σχέσην με τον Πηλείδην;

«Όταν μου εζητούσεν ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ να κατεβώ υποψήφια βουλεύτρια, προφανώς τζ̆αι έπαιξεν ρόλον το επίθετον τζ̆αι η καταγωγή μου. Ως κομματάρχης εν’ λογικόν ότι ήθελεν να φέρει μέσα άτομα που θα ήταν αρεστά τζ̆αι θα είχαν απήχησην στην αστικήν Λευκωσίαν για να πιάσει ψήφους. Που τούτην την άποψην μάλλον εν θα με εκαλούσεν σε συνάντησην αν ήμουν μια απλή Νατάσα. Αλλά που τζ̆ειαμαί  τζ̆αι πέρα ό,τι εκατάφερα, εκατάφερα το λόγω δουλειάς. Έκαμα ό,τι εμπορούσα για να μεν μπορεί κανένας να πει ότι εν εδούλεψα αρκετά σκληρά ή ότι δεν έκαμα ό,τι καλλύττερον εμπορούσα σε κάθε θέσην που υπηρέτησα.»

Twist τέταρτον

«Γιατί με τον ΔΗΣΥ, πέραν του οικογενειακού affiliation ρωτώ την.  

«Κυρίως για το Κυπριακόν. Λυπούμαι πολύ που παραμένει άλυτον. Θα έπρεπεν να εν’ ξεκάθαρον σε ούλλους ότι το status quo δεν είναι μια βιώσιμη κατάσταση τζ̆αι ότι μόνον προς τα πίσω μπορεί να μας πάρει. Ταυτίζομαι επομένως με τον ΔΗΣΥ πάνω στο Κυπριακόν, αλλά τζ̆αι στον τρόπο διαχείρισης της οικονομίας. Αν υπάρχει κάτι που θεωρώ επικίνδυνο, όι συγκεκριμένα στον ΔΗΣΥ αλλά γενικά στην χώραν μας, εν’ η διαχείριση του μεταναστευτικού. Πρέπει αφενώς να γίνει σωστή διαχείριση, ενώ παράλληλα να αποθαρρύνεται τζ̆αι να καταδικάζεται η οποιαδήποτε ρητορική ή πράξη μίσους τζ̆αι ρατσισμού.»

Βάλλω της την – γνωστήν πλέον τζ̆αι αμφιλεγόμενην κατά πώς φαίνεται – άσκησην προσδιορισμού της Δεξιάς/Αριστεράς. Δείχνω της μιαν ευθείαν: στο αριστερόν άκρον εν’ η ισότητα τζ̆αι στο δεξίν η ελευθερία. Ζητώ της να τοποθετήσει μιαν τελείαν τζ̆ειαμαί που θεωρεί πως εν’ το ιδανικόν μιξ. 

«Βρίσκω την μονοδιάστατην», λαλεί μου. «Γιατί να πρέπει να θυσιάσεις την ισότηταν για την ελευθερίαν; Είμαι υπέρ του να έχουμεν ευκαιρίες εντός μιας ελεύθερης οικονομίας, αλλά πρέπει να υπάρχουν οι κατάλληλες δομές για να γίνει τούτον. Εξυπακούεται επίσης ότι πρέπει να υπάρχει ισότητα φύλων τζ̆αι ανθρώπων.»

Βάλλει το σημαδούιν της έναν δάχτυλον δεξιά του κέντρου τζ̆αι αρκέφκει να γράφει την αιτιολόγησην της, ως γνήσιον σπασματούιν που μαρτυρώ πλέον πως ένει.  

Twist τέταρτον

«Τζ̆αι τι θέλεις να γίνεις μετά το υπουργιλλίκκιν;» ρωτώ την.

«Πραγματικά εν ξέρω. Έχω διάφορες προτάσεις που τον ιδιωτικόν τομέαν αλλά εν εκαταστάλαξα πλήρως ακόμα. Ενδιαφέρουν με τζ̆αι τα κοινά γιατί θέλω να προσφέρω στον τόπον μου. Αλλά σίουρα εν θέλω να γίνω πολιτικός καριέρας. Εν με αφορά κάτι τέθκοιον.» 

Νιώθω ότι ζυγίζει πολλά ορθολογιστικά τες επιλογές της. Όπως θα έκαμνεν μια λογίστρια. Ρωτώ την πώς βλέπει την Λευκωσίαν. Θκιεβάζω ότι παίζει το όνομαν της για την Δημαρχείαν.

«Νευριάζω άμαν μου λαλούν ορισμένοι ‘μα τι να έρτουμεν να κάμουμεν στην Λευκωσίαν; Εν έσ̆ει τίποτε’. Η Λευκωσία εν’ υπέροχη πόλη. Έσ̆ει χαρακτήραν, εν´ πολλά όμορφη, έσ̆ει μοναδικό κέντρο, απίστευτα διατηρητέα, αστεροειδή τείχη με καρδιόσχημους προμαχώνες που φαίνουνται άθικτα που τον ουρανόν. Θα μπορούσεν να ήταν μια μόνιμη πολιτιστική πρωτεύουσα.»

Twist τελευταίον

Μιλούμεν για τα στέκκια της στη Λευκωσία. Φαντάζουμαι την να συχνάζει στην Στασικράτους, στο Χίλτον, τζ̆ειαμαί που υποθέτω ότι συχνάζει η αστική τάξη της πόλης.

«Με τρία μωρά πλέον εν πάω πούποτε. Αλλά παλιά επήαιννα πολλά Παλαιάν Πινέζαν. Έκαμα τζ̆αι τα γενέθλια μου μιαν χρονιάν τζ̆ειαμαί. Επήαιννα όμως τζ̆αι New Division, τζ̆αι Silver Star για ποτόν μετά την δουλειάν.»

Μιλούμεν για μουσικήν. Λαλεί μου ότι ακούει Britpop, ACDC, Metallica, David Bowie, The Kinks, Amy Winehouse, Janis Joplin, Jimi Hendrix, blues. Ότι όταν ήταν μιτσ̆ιά άκουεν τους δίσκους που της έφερνεν ο παπάς της που κάθε του ταξίδιν.

«Αρέσκουν μου πολλά επίσης οι Pulp», λαλεί μου. «Εν τζ̆είνοι που εγράψαν το τραγούδιν ‘Common People’.» 

Μια πολιτικός που έννεν τίποτε άλλον παρά «έναν συνηθισμένον άτομον» ή μια πολιτικός εξαιρετικά ικανή ν’ απευθύνεται στο κοινόν που έσ̆ει μπροστά της τζ̆αι να προσαρμόζεται στις συνθήκες που την περιβάλλουν; Ομολογώ πως εν εκατέληξα. Τούτον στο οποίον σίουρα εκατέληξα εν’ ότι η Νατάσα Πηλείδου εν’ μια προσωπικότητα full of twists.

****

ΕΝ ΣΥΝΤΟΜΙΑ
Κάποια fun facts για την προσωπικότηταν της Νατάσας:

Αγαπημένον ρόφημα: Νερό και Gin & Tonic
On-repeat τραγούδι στο Spotify: You sent me flying/ Cherry, Amy Winehouse
Guilty Pleasure (τραγούδιν): Whiskey in the Jar, Metallica
Σειρά που παρακολουθεί: White Lotus
Βιβλίον που θκιεβάζει: Brandy Sour, της Κωνσταντίας Σωτηρίου
Έργον τέχνης που ξεχωρίζει: Διάφορα από τον Κύπριο καλλιτέχνη Ανδρέα Καρούσιο
Αγαπημένη παιδική ανάμνηση: Με τα ποδήλατα στα χωράφκια της (τώρα χτισμένης) Έγκωμης
Πιο συχνή αταξία που έκαμνεν μιτσ̆ιά: Έπιννα κρυφά Calpol που το ψυγείον
Αγαπημένον τραγούδιν στην εφηβεία: No, no, no – Dawn Penn
Αγαπημένον διατηρητέον της Λευκωσιας: Αν τζ̆αι υπάρχουν πολλά πιο εντυπωσιακά, το σπίτιν μου στο Καιμακλί
Αν η Λευκωσία ήταν γυναίκα, τι χαρακτήραν θα είσ̆εν; Ξέρει πολλά, κρύβει θησαυρούς αλλά δεν καυχιέται ποτέ
Αγαπημένος προορισμός: Λονδίνο
Επόμενο προγραμματισμένο ταξίδι: Δεν έχω
Τύπος τουρίστριας: μουσεία ή θκιάνεμμαν; Συνδυασμός, αλλά χωρίς μουσεία εν γίνεται
Αγαπημένη γωνιά στο Λονδίνον: Ain’t nothing but blues bar στην Kingly Street (εφόσον το αγαπημένον μου piano bar έκλεισε)
5 άτομα, living or dead, που θα επροσκαλούσεν σε dinner party: Margaret Atwood, Oscar Wilde, Freddie Mercury, Eleanor Roosevelt, Κώστας Ταχτσής τζ̆αι αν δικαιούμαι ακόμα δύο, TS Eliot και Sylvia Plath
Αν είσ̆εν κάποιαν υπερδύναμην τούτη θα ήταν: Να εξαφανίζομαι
Αν εμπορούσεν να μετενσαρκωθεί σε κάποιον ήρωαν βιβλίου: Στον Zeno που το La Coscienza di Zeno του ItaloSvevo.

*WHO IS WHO
Η Νατάσα Πηλείδου εδιετέλεσεν Υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου τζ̆αι Βιομηχανίας, τζ̆αι ήταν η πρώτη Υφυπουργός Ναυτιλίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, επί διακυβέρνησης Αναστασιάδη. Εργάστηκεν σε λογιστικούς οίκους στην Κύπρο, το Μιλάνο τζ̆αι το Λονδίνο. Εσπούδασεν Γαλλικήν τζ̆αι Ιταλικήν Φιλολογίαν στο Πανεπιστήμιον της Οξφόρδης.

Brandy Sour με τον Ανδρέα Ριρή

Μια καθόλου κυνική κουβέντα με έναν οπαδόν της ριζοσπαστικής Αριστεράς (τζ̆αι της Ανόρθωσης), που αυτοπροσδιορίζεται ως «πεζόν παιδίν»

Η διευθέτηση της συνέντευξης με τον Αντρέαν έγινεν με μιαν προϋπόθεσην που πλευράς του. «Μόνη παράκληση να μεν μου αρκέψεις για μυρωθκιές τζ̆αι χρώματα. Είμαι πεζόν παιδίν.», έστειλεν μου στο messenger την περασμένην Παρασκευήν. «Άτομον του αναρχοαριστερού χώρου τζ̆αι να μέν εν’ διατεθειμένον να φκει έξω που όρια», έγραψα του για να τον πειράξω. 

Καταφτάννω στο Χαράτσι λλίον μετά τες έξι το απόγευμαν τζ̆αι εν ήδη τζ̆ειαμαί με την σύντροφον τζ̆αι τες θκυό του κόρες. Ήρεμον απόγευμαν, γαλήνιον, σχετικά ζεστόν. Στο Χαράτσιν, εχτός που τον Αντρέαν, έσ̆ει αλλό μιαν-θκυό παρέες τζ̆αι το κλίμαν εν, ως συνήθως, χαλαρόν. 

Τούτον μάλιστα, σκέφτουμαι. Eν σκηνικόν για συνέντευξην με Brandy sour. Σαν του κοντεύκω παρατηρώ τον. Φορεί έναν χακίν κοντοπαττέλονον, μαύρα converse τζ̆αι μιαν φανέλλαν που γράφει ‘Smash Shit Up’. Πρόκειται για τραγούδιν των Dropkick Murphys, ενός συγκροτήματος κέλτικης punk, που λαλεί μεταξύ άλλων: 

‘I wanna be a rebel
I can’t get enough
I wanna be a rebel
I wanna smash shit up’ 

Η επιλογή της συγκεκριμένης φανέλλας για την συνέντευξην μας νιώθω πως κρύφκει έναν συμβολισμόν. Ίσως τζ̆αι να την έβαλεν ξεπίτηδες, σκέφτουμαι. Ίσως να εν’ σιγοντάρισμαν της ατάκας του «είμαι πεζόν παιδίν». 

Φτάννω μπροστά του τζ̆αι θωρώ ότι πίννει KEO. Εν γίνεται, ο τίτλος των συνεντεύξεων σίουρα έννα πρέπει ν’ αλλάξει, σκέφτουμαι. Εξάλλου ο Ριρής εν’ γνωστός ζυθόφιλος – έξερα το τούτον. Όταν μεινίσκουμεν μόνοι μας, όμως, κάμνει μου την χάρην τζ̆αι πίννει τζ̆αι τζ̆είνος Brandy sour. Μια ανησυχία λλιόττερη. 

Ενύχτωσεν. Κάμνουμεν cheers, πίννουμεν την πρώτην γουλιάν μας τζ̆αι ανάφκω την ηχογράφησην. «Ώστε είσαι πεζός άθρωπος.»

Κεφάλαιον ΤΖΥΡΗΣ

«Νομίζω έγινα κυνικός μετά τον τζ̆ύρην μου. Επέθανεν που καρκίνον το 2004, στα 19 μου. Τότε άκουσα πάρα πολλές υποσχέσεις του στυλ ‘έννα σε στηρίξουμεν’ – που συγγενείς που ήταν για παράδειγμαν σε καλλύττερην οικονομικήν κατάστασην – τζ̆αι ελάχιστες υλοποιηθήκαν. Η μάνα μου εσταμάτησεν να δουλέφκει μόλις με εγέννησεν τζ̆αι η αρφή μου ήταν 14 χρονών, οπότε έμεινα μόνος μου.»

Μιλά μου αργά. Η φωνή του σπάζει άμαν αναφέρεται στον παπάν του. Κάθε άλλον παρά κυνικός μου ακούεται. Μάλλον πληγωμένος. Συνεχίζει όμως να μετρά τες λέξεις του.

«Ήμασταν πολλά κοντά με τον παπάν μου. Που τα τέσσερα μου εκωλόσυρνεν με στην Ανόρθωσην, στα 12 μου έδωσεν μου την πρώτην μου μπύραν, σε έναν beachόμπαρον στην Δετζέλειαν που έκαμνεν δεύτερην δουλειάν. Στην εφηβείαν έκαμνεν μου παράπονα άμαν ετύγχαιννεν τζ̆αι επήαιννα γήπεδον με τ@ς* παρέες μου αντί μαζίν του. 

Έναν που τα πρώτα πράματα που επροσπάθησεν να μου πει, ήταν να μεν παντρευτώ πριν τα 30 μου. Είμαι 38 τζ̆αι εν επαντρεύτηκα ακόμα, αλλά στα 30 μου έκαμα κοπελλούιν [γελά].

Εδούλευκεν στο ΚΕΜΑ, του Βασιλείου, ως country manager για τη Βουλγαρία τζ̆αι την Μακεδονία». Εξηγεί μου τι έκαμνεν ακριβώς τζ̆ειαμαί. Χρησιμοποιεί κάτι ορολογίες που σχετίζουνται με τες έρευνες αγοράς που εν εξανάκουσα, ούτε ήξερα ότι τες εκατείχεν τζ̆αι ο ίδιος.

«Έθελεν να με παρασύρει τζ̆ι εμέναν σε αυτόν τον ‘όμορφον κόσμον’», λαλεί μου. «Έθελεν να γίνω λογιστής, τζ̆αι ήμουν τζ̆αι καλός, actually. Έπια το higher με credit τζ̆αι επήα να σπουδάσω Οικονομικά στην Αθήναν. Στον δεύτερον χρόνον εξενέρωσα τζ̆αι επήα τζ̆αι εγράφτηκα ΙΕΚ Δημοσιογραφίαν. Πάντα είχα ενδιαφέρον για τα πολιτικά, ειδικά την περίοδον του σχεδίου Ανάν, που ήταν τζ̆αι η πρώτη φορά που εψήφιζα. Αλλά έκαμα τζ̆αι άλλα σχετικά: εδούλεψα στο προσωπικόν αρχείον του Βασιλείου, έγραφα για την ‘Γαλανόλευκη Θύρα’ της Ανόρθωσης.»

Κεφάλαιον ΠΟΛΙΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Προσπαθώ να καταλάβω πώς εσχημάτισεν τες πολιτικές του απόψεις. Τι ήταν τζ̆είνον που τον έκαμεν να αναπτύξει πολιτικήν συνείδησην. Ρωτώ τον αν προέρχεται που οικογένειαν εργατικής τάξης. Εξηγεί μου πως τζ̆αι οι θκυό του γονείς έχουν αστικήν καταγωγήν. Η οικογένεια του παπά του είσ̆εν ξενοδοχείον στο Βαρώσιν τζ̆αι ο παπάς της μάμμας του ήταν φαρμακέμπορας. 

«Η μάνα μου επήεν σχολείον στες Καλογριές τζ̆αι εσπούδασεν γραμματειακά στην Αγγλίαν. Έσ̆ει τα κλασικά συντηρητικά αντανακλαστικά. Ο παπάς μου ήταν γριβική νεολαία στην Αμμόχωστον, στα υστερινά του ήταν Ενωμένοι Δημοκράτες (Ε.ΔΗ.). Άλλαξεν. Εψήφισεν ‘ναι’ στο σχέδιον Ανάν. Ήταν Κληριδικός τζ̆αι μετά ήταν με τον Βασιλείου. Ίσως τζ̆αι λόγω του ΚΕΜΑ.»

Εν εμεγάλωσεν όμως σε σπίτιν με πολυτέλειες τζ̆αι θυμάται πάντα τον παπάν του ν’ αγχώννεται για τα ριάλια. «Σάββατον νύχταν εκατεβαίνναν οι συνομήλικ@ μου να κυκλοφορήσουν με πέντε-δέκα λίρες τζ̆ι εγώ με μιαν-θκυό», λαλεί μου. «Εν τζ̆αι λαλώ ότι επέρασα άσ̆ημα, αλλά για σύγκρισην. Είχα μπει τζ̆ι εγώ στην ψυχολγίαν να μεν πελλοξοθκιάζω τζ̆αι που τα 13 μου εδούλευκα τα καλοτζ̆αίρκα. Η πρώτη μου δουλειά ήταν να κάμνω καθαριότηταν σε έναν γυμναστήριον, μετά επήαιννα στο ΚΕΜΑ για filing τζ̆ι έτσι αγγαρείες τζ̆αι που επήα Αθήναν να σπουδάσω εδούλευκα σε πεζινάρικον. 

Άρκεψα να αναπτύσσω τούτον το κριτήριον το πολιτικόν θωρώντας την ταξικήν σύγκρουση μέσα στο σχολείον που ήμουν, στην Δασούπολη. Ήταν τα πλούσια παιθκιά τζ̆ι εμείς η πλέμπα. Εράφκαν παντελόνια καμπάνα για να φορούν να έρκουνται σχολείον, είχαν ευνοϊκήν μεταχείρισην που το διδακτικόν προσωπικόν κλπ. Εγώ εθκιάλεξα να κάμνω παρέαν με τα πιο λαϊκά παιθκιά του σχολείου. Στην ύλην του σχολείου είσ̆εν επίσης ποιήματα αριστερών ποιητών που μου αρέσαν. ‘Θεσσαλονίκη μέρες του ’69’, κάποια του Ρίτσου, άρεσκεν μου πολλά ο Βάρναλης». Παρόλ’ αυτά εν επολιτικοποιήθηκεν μέσα στο σχολείον, λαλεί μου.

«Τζ̆αι μετά επήα στρατόν. Ο τζ̆ύρης μου ανακοίνωσεν μου τον καρκίνον την μέραν που έρκουμουν μετάθεσην στο ΒΜΗ 212. Τζ̆αι μετά, ντάξει, εγύρισεν μου τέλεια. Μέσα σε λλίον τζ̆αιρόν έφα καμιάν 50ρκά μέρες φυλακή, τζ̆αι μετά ήξερα ότι εν ήθελα τίποτε να έχω να κάμω με τον στρατό. Τζ̆αι εκαταλήξαμεν να φκω αντιρρησίας συνείδησης πριν έναν χρόνον, με κύριον επιχείρημαν ότι πιστεύκω στην ειρήνην, όι στον πόλεμον, ότι η Κύπρος εν σε διχασμόν ακριβώς επειδή κάποι@ πελλ@ είχαν όπλα τζ̆αι ποδά τζ̆αι ποτζεί, τζ̆αι ότι έχω δικοινοτική δράσην τζ̆αι εν μπορώ να υπηρετώ έναν θεσμόν που εν΄ εθνικιστικός, σωβινιστικός, πατριαρχικός, τζ̆αι λοιπά τζ̆αι λοιπά. 

Μετά στην Αθήναν έζησα πορείες, διαδηλώσεις, την δολοφονίαν του Γρηγορόπουλου το 2008. Έφα πολλά δακρυγόνα. Στες παρατάξεις, όμως, ελληνικές τζ̆αι κυπριακές, έριξα χυλόπιτταν. Μιαν ημέραν, θυμούμαι, έρκεται μια τύπισσα που το Δράσις ΚΕΣ στο διαμέρσιμαν που εμείνισκα. Αννοίουμεν της με τον συγκάτοικον μου, μπαίνει μέσα, θωρεί σημαίαν της Ανόρθωσης, πρέπει να είπεν ‘δαμαί είμαστεν!’ που μέσα της. Στο τέλος της συζήτησης, λαλεί μας ‘καλάν ρε παιθκιά, είσαστεν Ανορθωσιάτες, ίνταλως είσαστεν έτσι πολιτικά;’» [γελά].

Κεφάλαιον ΑΝΟΡΘΩΣΗ

Σίουρα εν επερίμενα που άτομον της ριζοσπαστικής Αριστεράς να δηλώννει αμετανόητος Ανορθωσιάτης, τζ̆αι δραστήριος μάλιστα. 

«Είχα την ψευδαίσθησην ότι μέσα που το οπαδικόν κίνημαν εμπορούσαν να αλλάξουν πράματα. Όταν ήρτα πίσω που την Αθήνα εμπήκα Πρόεδρος του Παν.Συ.Φι. Ανόρθωσης. Ήταν πολλά ανώριμη απόφαση, είχα άγνοιαν κινδύνου. Ξέρεις πώς πάει στα οπαδικά, έσ̆ει ιεραρχείαν. Οι πολιτικές μου πεποιθήσεις εν εσυνάδαν με τζ̆είνες τ@ μέσ@ οπαδού στην κερκίδαν της ομάδας. Αυτόν προφανώς δεν έκατσεν καλά στους ελαμιτικούς κύκλους της κερκίδας, τζ̆αι το 2010, στον έναν χρόνον δηλαδή, εστείλαν μου μπράβους έσσω μου. Αννοίξαν μου την κκελλέν μου τζ̆αι εστείλαν με νοσοκομείον. 

Έσ̆ει οχτώ χρόνια να πάω γήπεδον, εν θωρώ τα παιχνίθκια αλλά μαθαίννω τα σκορ τζ̆αι θωρώ τζ̆αι κανέναν βίντεο ποτζ̆εί ποδά.» 

Παρόλ’ αυτά εξακολουθεί να δηλώννει Ανορθωσιάτης. «Ομάδαν εθκιαλέξαμεν πριν να θκιαλέξουμεν πολιτικήν τζ̆αι η ομάδα εν΄το μόνον πράμαν στην ζωήν σου που εν μπορείς να αλλάξεις, νομίζω», λαλεί μου. Διατηρεί επαφές τζ̆αι εξακολουθεί να ανταλλάσσει απόψεις με οπαδούς της Ανόρθωσης στην Λευκωσίαν, που έννεν τόσον μακριά του πολιτικά. Θεωρεί νίκην το ότι οι Ανορθωσιάτες εν επροσυπογράψαν το κάλεσμαν για την πορείαν υπέρ των μαζικών απελάσεων στο Προεδρικόν πριν κανέναν μήναν. 

«Εμπορούσες να μεν ξανασχοληθείς με την μάππαν», λαλώ του. Βρίσκω το αξιοπερίεργο που εν απαρνήθηκεν την ομάδαν του μετά που κάτι τέθκοιον. «Ίσως τζ̆αι μέσα που την Ανόρθωση να συνεχίζεται ένας συναισθηματικός δεσμός με τον παπάν σου;» ρωτώ τον, τζ̆αι απαντά με ευκολίαν. «Σίουρα.»

Κεφάλαιον ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΣΦΙΑ

«Η πρώτη μου δουλειά στην δημοσιογραφίαν ήταν στην εφημερίδαν ΠΟΛΙΤΗΣ που το 2008 ως το 2012. Έκαμα που ροήν ως διεθνή, περιβαλλοντικά, ενέργειαν, πολιτικά, ανθρώπινα δικαιώματα. Επήα τζ̆ειαμαί  γιατί ήταν η εφημερίδα που εστήριξεν το ‘ναι’ στο Ανάν – είσ̌εν καλήν ομάδαν τότε στον ΠΟΛΙΤΗ. Εγνώρισα καλ@ς δασκάλ@ς. Εξεχώρισα τον Χρύσανθο Μανώλη γιατί ήταν προσγειωμένος, πάντα τεκμηριωμένος, εν είσ̆εν καθόλου έπαρσην, εν επρόσβαλλεν ποττέ κανέναν με τζ̆είνα που έγραφεν τζ̆αι είσ̆εν τζ̆αι όρεξην να θκιεβάζει τζ̆αι να μαθθαίννει πράματα. 

Στα ρεπορτάζ̆ μου επροσπαθούσα να είμαι όσον διερευνητικός εμπορούσα τζ̆αι στα άρθρα μου ήμουν καυστικός. Στο περιβαλλοντικόν ειδικά έσ̆ει πάρα πολλύν ψουμίν. Μετά στον Διάλογον, το πιο μεγάλον θέμαν που έφκαλα ήταν για την Άμμον του Καμπούρη. Εκάμαν τεχνητόν κόλπον για να κάμουν ιδιωτικήν παραλίαν τζ̆αι εν τέλει αποδείχτηκεν ότι τζ̆ειαμαί  ήταν που εγόρασεν την βίλαν ο Jho Low. Ήταν μια μικρογραφία του πόσον βουττημένον στα σκατά εν’ το κυπριακόν κράτος. 

Όταν το έγραψα το ρεπορτάζ, έπιαν με τηλέφωνον ένας εκ μέρους του συγκεκριμένου developer τζ̆αι επέμενεν να τον συναντήσω στο Χίλτον. Επέμενα ως την τελευταίαν σιγμήν να έρτει στα γραφεία της εφημερίδας τζ̆αι στο τέλος εσυμφώνησεν να έρτει, αλλά λλίην ώραν πριν έπιασεν με να μου πει ‘έλα στο Χίλτον τζ̆αι αν ήθελα να σου κάμω ζημιάν ήταν να σου την κάμω ως τωρά’. Επήα τζ̆αι βασικά εψάρευκεν με να μάθει πόθθεν ήβρα τες πληροφορίες τζ̆αι να με εξαγοράσει για να μεν ξαναγράψω για το θέμαν. Είπα του ‘μεν επιμένεις τζ̆αι εν είμαι ρουφτζιάνος’. Ξέρεις, τα στελέχη της μαφίας εκτιμούν το άμαν είσαι έτσι ειλικρινής τζ̆αι επαραίτησεν. Εν με εξαναγύρεψεν. 

Έζησα όμως τζ̆αι περίπτωσην λογοκρισίας στον ΠΟΛΙΤΗ. Μιαν φοράν έγραψα παραπολιτικόν κατά του Βγενόπουλου για τ@ς αθρώπους που επεθάναν στην τράπεζαν στην Αθήναν στην απεργίαν κατά της λιτότητας το 2010. Ότι εν γίνεται να μιλά για ηθικούς αυτουργούς που την στιγμήν που εν έδωσεν οδηγίαν να κλείσει η τράπεζα, όπως εκάμαν ούλλες οι υπόλοιπες. Έγραψα το φυσικά χωρίς να δικαιολογώ την πράξην της επίθεσης κατά των αθρώπων που επεθάναν. Ε, τζ̆αι έπιασεν με τηλέφωνον ο αρχισυντάκτης τζ̆αι είπεν μου εν θα μπει. Είχαν διαφήμισην της Λαϊκής στο πρωτοσέλιδον.

Πεθυμώ την δημοσιογραφίαν, αλλά ξέρω ότι για να επιστρέψω σε τζ̆είνην πρέπει να γίνει με τους δικούς μου όρους τζ̆αι οι όροι μου δεν θα ικανοποιηθούν που τα υπάρχοντα μέσα στην Κύπρον». 

Ρωτώ τον αν εβολεύτηκεν, που τούτην την άποψην. «Έχω θκυο κοπελλούθκια. Εν μπορώ να επαναστατώ στα πάντα», λαλεί μου. 

Τι απαντά σε όσους τον κατηγορούν ως υποκριτήν για την έντονην κινηματικήν του δράσην σε συνάρτησην με τη θέσην του ως Political and Press officer στην Ύπατην Αρμοστεία του ΗΒ στην Κύπρο; 

«Κανέναν επάγγελμαν δεν είναι ντροπή εχτός από του μπάτσου και τ@ βουλευτ@, ελάλεν ο Πανούσης. Ούλλοι που κάπου πρέπει να βιοποριζούμαστεν.»

Κεφάλαιον ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ

«Ήμουν σε ομάδες ριζοσπαστικές που τον τζ̆αιρόν που εστράφηκα Κύπρο. Όμως είμαι υπέρ του να υπάρχει συνεννόηση τζ̆αι με την θεσμική Αριστερά, δηλαδή το ΑΚΕΛ, διότι αν θέλεις να επηρεάσεις καταστάσεις σε πολιτικόν επίπεδον, εν μπορείς να το καταφέρεις μόνον με πορείες τζ̆αι disruptive δράσεις. 

Δεν εμπήκα ποττέ στη διαδικασία να βάλω ταπέλλες στον εαυτόν μου. Ως θεωρία αρέσκει μου ο μαρξισμός, αλλά εν πιστεύκω πως πρέπει ντε τζ̆αι καλά επειδή είπεν κάτι ο Μαρξ πριν θκιακόσ̌ια χρόνια να το υποστηρίξω τζ̆αι σήμμερα. Για μέναν εν’ έναν εργαλείον ερμηνείας τζ̆αι πυξίδα. Ούτε την ταπέλλαν του αντικαπιταλισμού θέλω να την βάλω στον εαυτόν μου. Έννα ήταν υποκριτικόν. Θεωρώ πως εν’ έναν σύστημαν που εκμεταλλεύκεται, που δημιουργεί ανισότητες, φτωχοποιεί τες μάζες τζ̆αι καταστρέφει την γην. Εν έχω έτοιμην λύσην να προτείνω για την μετάβασην της ανθρωπότητας, αλλά θεωρώ ότι τούτον εν πρέπει να μας αποτρέπει που το να δηλώννουμεν τα αρνητικά του καπιταλισμού τζ̆αι να διεκδικούμεν κάτι διαφορετικόν. Εννάν ο σοσιαλισμός τούτον το διαφορετικόν; Θα μπορούσεν, αλλά έσ̆εις την δυσκολίαν της εμπειρίας των χωρών στες οποίες εφαρμόστηκεν τζ̆αι στες οποίες επήεν πολλά λάθος, δυστυχώς. 

Για να δημιουργήσεις μιαν σοσιαλιστικήν κοινωνίαν πρέπει να εν’ συνειδητοποιημένος ο κόσμος ούτως ώστε να μεν θέλει το κακόν τ@ άλλ@». Ρωτώ τον αν τούτη η απουσία κακής πρόθεσης ως προϋπόθεση για να πετύχει ο σοσιαλισμός πάει κόντραν στην ανθρώπινην φύσην. 

«Ναι, αλλά εν πρέπει κάπως να την χαλιναγωγήσεις τούτην την κακήν πρόθεσην;» ρωτά με. «Αν συμβιβαστούμεν με το ότι υπάρχουν κακές προθέσεις, παραδεχούμαστεν ότι είμαστεν σε ζούγκλαν.»

Βάλλω του την άσκησην προσιορισμού της Δεξιάς/Αριστεράς. Δείχνω του μιαν ευθείαν: στο αριστερόν άκρον εν η ισότητα τζ̆αι στο δεξίν η ελευθερία. Ζητώ του να τοποθετήσει μιαν τελείαν τζ̆ειαμαί που θεωρεί πως εν’ το ιδανικόν μιξ. Εν δείχνει να δυσκολεύκεται καθόλου να περάσει στην πλευράν της ισότητας. Κοντεύκει αρκετά στο τέρμα. 

«Μπορώ να σου το εξηγήσω τζιόλας», λαλεί μου. «Σε συνθήκες ισότητας εννοείται ότι υπάρχει τζ̆αι ελευθερία. Για να είμαστεν ίσα πρέπει να είμαστεν τζ̆αι ελεύθερα». 

«Εκτός τζ̆αι αν μας το επιβάλει κάποιος», λαλώ του. 

«Ναι, σε συνθήκες δικτατορίας. Αλλά τζ̆ειαμαί εν είμαστεν ούλλα ίσα. Μιλώ για μιαν κατάστασην οικειοθελούς ισότητας». Συμφωνούμεν ότι τζ̆αι τούτη η αντίληψη εν’ κάτι σαν εργαλείον· σαν πυξίδα που εν’ καλόν να έσ̆ει κάποιος στην ζωήν του.  

Ρωτώ τον τι ένει για τζ̆είνον Αριστερά.

«Αριστερά είναι να σέβεσαι τα δικαιώματα ούλλων των ανθρώπων γυρών σου, τζ̆αι των ζώων τζιόλας, να επιδεικνύεις αλληλεγγύν τζ̆ειαμαί που χρειάζεται, να αντιλαμβάννεσαι ότι η Δημοκρατία έννεν μια part time ενασχόληση, θέλει συμμετοχικότηταν, θέλει συνείδησην, θέλει δράσην. Τζ̆αι θέλει να στέκεσαι απέναντι σε καταπιεστ@ς οποιουδήποτε τύπου.» 

Κεφάλαιον ΘΡΗΣΚΕΙΑ

«Είμαι τζ̆αι άθρησκος», λαλεί μου όταν μου εξηγεί το σκεπτικόν της αίτησης του για να φκει αντιρρησίας συνείδησης. Κάμνει μου εντύπωσην που χρησιμοποιεί τούτον τον όρον τζ̆αι όι άθεος. «Βρίσκω ότι εν’ πιο σωστός», λαλεί μου. «Νομίζω ο θεός μας εν’ η φύση. Τζ̆αι επειδή την γαμούμεν μας εκδικείται.» Ρωτώ τον αν πιστεύκει πως υπάρχει μια ενιαία συνείδηση, ότι ούλλοι είμαστεν έναν. Αν έτσι νιώθει ότι έσ̆ει κάποιαν πρόσβασην στον παπάν του μετά που επέθανεν. Εν’ κάθετος πως όι, εν ακολουθεί «έτσι μεταφυσικά πράματα»

Τολμώ να του πω ότι έννεν κατ’ ανάγκην μεταφυσικόν τούτον το concept. Ότι ο Tesla, που ήταν φυσικός, ελάλεν “If you want to find the secrets of the universe, think in terms of energy, frequency and vibration”. «Εν ξέρω»,λαλεί μου. Προσπαθεί να μου το δικαιολογήσει λέγοντας μου ότι «προφανώς ούλλα συμβαίννουν για κάποιον λόγον». Ότι η απώλεια τούτη έκαμεν τον πιο δυνατόν τζ̆αι πιο ώριμον. «Τζ̆αι πιο κυνικόν», επαναλαμβάννει. 

Τούτον το «προφανώς ούλλα συμβαίννουν για κάποιον λόγον» που λαλεί, μεινίσκει μου. Έννεν κάτι που θα ελάλεν κάποιος κυνικός ή πεζός. Τίποτε στη συζήτησην μας εν δικαιολογεί τούτην την ταπέλλαν που έβαλεν ο ίδιος στον εαυτόν του που πριν ακόμα ξεκινήσει η κουβέντα μας. 

****

*Όταν εθκιέβασεν το κείμενον, ο Αντρέας εζήτησεν μου να εφαρμόσω την ‘πολιτικήν’ του για τες καταλήξεις: «Στον γραπτό λόγο προσπαθώ να χρησιμοποιώ ουδέτερο όπου μπορώ ή να αλλάσσω τη σύνταξη για να μεν χρειάζεται έμφυλη αναφορά».

ΕΝ ΣΥΝΤΟΜΙΑ

Κάποια fun facts για την προσωπικότηταν του Αντρέα:

Αγαπημένος καφέςAmericano μέτριος

On-repeat τραγούδι στο Spotify: Running for a Dream – The Last Internationale 

Αγαπημένο τραγούδι στην εφηβεία: Gangsta’s paradise των Coolio, Kylian Mash

Guilty Pleasure (τραγούδιν): Χωρίς εσένα, VIPS

Σειρά που παρακολουθεί στο Netflix: είδα τον 4ο κύκλο του Sex Education (απογοήτευσις)

Βιβλίον που θκιεβάζει: Χερσαίο Νησί, του Αντώνη Χατζηκυριάκου

Τελευταία φορά που έκλαψεν: που εθώρουν τες σκηνές για τη Συμφωνίαν της Μεγάλης Παρασκευής στο Derry Girls

Αγαπημένον στέκκιν: Reckless, Brewfellas, Καϋμάκκιν & Αποθήκη στο Καϊμακλίν

Αγαπημένον στενόν της Λευκωσίας: περιοχή Αξιοθέας – Χρυσαλινιώτισσας – Αγίου Κασσιανού τζ̆αι βόρεια του γηπέδου της Çetinkaya

Σπεσιαλιτέ: Σούβλα μαριναρισμένη με μουστάρδα τζ̆αι chili con carne 

Guilty Pleasure (φαΐν): KFC (πάντα μετανιώνω την επόμενη μέρα)

Αγαπημένον gadget: το πικάπ στο σπίτι

Αγαπημένη παιδική ανάμνηση: επειδή ως την ενηλικίωση μου εν είχα ταξιδέψει σχεδόν καθόλου, εν να πω την εκδρομή της 3ης γυμνασίου στην Ελλάδα. Εφκάλαν μας τον κώλο μας αλλά επεράσαμεν ωραία.

Αγαπημένος προορισμός: Βαρκελώνη

Έργο τέχνης που ξεχωρίζει: το μοναδικόν άλμπουμ που εφκάλαν οι Temple of the Dog το 1991

Σχέση με την τεχνολογία: τα απολύτως απαραίτητα

Τύπος τουρίστα: μουσεία ή θκιάνεμμαν; Δισκάδικα τζ̆αι μικροζυθοποιεία 🍻

Πιο συχνή αταξία που έκαμνεν μιτσής: Η σκαπούλα που το ελληνοκυπριακό σκολείο που μας εππαρκαρίσκαν οι γονιοί μας εν’ αταξία; 

Τι ήθελεν να γίνει όταν μεγαλώσει: Νομίζω το πιο ενδιαφέρον που όσα έθελα να γίνω κατά καιρούς, ήταν αρχαιολόγος

5 άτομα, living or dead, που θα προσκαλούσεν σε dinner party: Chris Cornell, Billie Holliday, Zack de la Rocha, Χρόνης Μίσσιος τζ̆αι την Χαμπού που την Αντρολύκου

Κριτική προς την Αριστεράν: να εν’ πιο τολμηρή τζ̆αι να εξελιχτεί αν θέλει να έσ̌ει σχέση με τζ̆αι επιρροή στες σύγχρονες κοινωνίες.

WHO IS WHO
Ο Ανδρέας Ριρής εργάζεται ως Political and Press officer στην Ύπατην Αρμοστεία του ΗΒ στην Κύπρο. Εργάστηκεν ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες ΠΟΛΙΤΗΣ τζ̆αι Χαραυγή (Διάλογος) τζ̆αι ως fixer σε διεθνή ΜΜΕ όπως οι New York Times τζ̆αι το Al Jazeera. Είναι δραστήριον μέλος της κοινότητας αγώνα «αφοα», ενός πολιτικού σχήματος του ευρύτερου ριζοσπαστικού χώρου στην Κύπρο.

Brandy Sour με τη Χριστιάνα Ξενοφώντος

Εν την εφαντάζουμουν έτσι την πρώτην μου συνέντευξην με brandy sour στο Χαράτσι. Αντί για τον ήλιον τζ̆αι την βαβούραν που τους συνήθεις υπόπτους του καφενείου, όταν έφτασα, γύρω στες πεντέμισι της περασμένης Κυριακής, ήβρα έναν πολλά δραματικόν σκηνικόν: έναν πελλό-αέραν να παίρνει τους τόπους, κάτι γκρίζα, απειλητικά σύννεφα τζ̆αι οφτζ̆ερκάν. Έτσι ένει, όμως, άμαν περνάς που την θεωρίαν στην πράξην, εσκέφτουμουν. Αλλιώς τα φαντάζεσαι, τζ̆αι αλλιώς συμβαίννουν στην πραγματικότηταν. Ας είναι.

Θωρώ την Χριστιάναν να καταφτάννει που την πλευράν του RED. Περπατά ανάλαφρα, αργά, τζ̆αι  ακολουθεί μιαν ζικ-ζακ διαδρομήν ώσπου να φτάσει κοντά μου. Στέκεται μπροστά μου τζ̆αι  χαμογελά, αγκαλιάζει με. Στο ένα σ̆έριν κρατά έναν βιβλίον χρώματος μπορντό τζ̆αι που πάνω το iPhone της. Στο άλλον της σ̆έριν παρατηρώ έναν apple watch. Θωρώ λλίον καλλύττερα το βιβλίον. «Ακραία Καιρικά Φαινόμενα», ο τίτλος της ποιητικής συλλογής. Όπως τούτα που μας περιβάλλουν την στιγμήν που μιλούμεν. Προλαβαίννουμεν τζ̆αι μπαίννουμεν μέσα πριν να μας πιάσει η καταιγίδα. Είμαστεν οι πρώτες πελάτισσες τζ̆αι τα φώτα μέσα στο καφενείον ακόμα εν ανάψαν καν. 

Καθούμαστεν πάνω σε έναν μακρόστενον τραπέζιν, στη γωνιάν δίπλα που την σβηστήν σόπαν. Αφήννω τα κιτάπια μου κάτω. «Τι εν’ να πιεις;», ρωτώ την. «Εμ», λαλεί μου, «ξέρεις, εν πίννω brandy sour, αλλά εν ήθελα να σου το πω που πριν». Καλά πάει αυτό, σκέφτουμαι, αλλά εν πτοούμαι. Τελικά παραγγέλνει gin & tonic. Πίννουμεν που μιαν γουλιάν, «καλώς εβρεθήκαμεν», λαλεί μου – έξω η μπόρα εδυνάμωσεν για τα καλά, εν πάει καθόλου με το ποτόν μας – τζ̆αι ξεκινούμεν.

«Ήμουν στην Βίσ̆σ̆ην εψές. Το πρώτον πράμαν που έκαμα σήμερα το πρωίν ήταν να ανοίξω να δω τες ιστορίες που την συναυλίαν, αν τζ̆αι συνήθως εν ασχολούμαι με το τηλέφωνον μου πριν πιω τον καφέν μου. Συνήθως ξυπνώ στες εφτάμισι, πίννω έναν freddo espresso σκέττον τζ̆αι ως τες οχτώ τζ̆αι τέταρτον φκαίννω στους δρόμους τζ̆αι είμαι έτοιμη να τους επιβιώσω. Εν’ σημαντικόν για μέναν να μεν πιέζουμαι το πρωίν. Όταν πάω δουλειάν, το πρώτον πράμαν που κάμνω εν’ συνάντηση με τον Δημήτρην* για να δούμεν τα της ημέρας. Μετά πάμεν σε επιτροπές, ύστερα παίζουν συνέχεια τα τηλέφωνα, αν έσ̆ει κανέναν online conference ή meeting με το Forum πρέπει να διαχειριστώ τα σχετικά.

Μπορεί να φύω κανέναν μεσημέριν να φάω με τους γονείς μου. Έχουμεν τούτον το συνήθειον τζ̆αι προσπαθώ να το τηρώ όσον μπορώ: να μαζευκούμαστεν μεσοφτόμαδα ούλλοι – γονείς τζ̆αι τρία αδέρφια – τζ̆αι να τρώμεν μαζίν, εχτός που τες Κυριακές που εν’ στάνταρτ. Τζ̆αι εν’ λαχείον το τι θα φάμεν· συνήθως κάμνει η μάμμα ψητόν κοτόπουλλον στον φούρνον τζ̆αι πατάτες, αλλά μπορεί τζ̆αι να πάμεν τζ̆αι να έβρουμεν τον παπάν μας να ψήννει σουβλάκια. Ντάξει, random-ιές [γελά]. Υπό άλλες συνθήκες εν θα φάω μέσα στη μέραν. Επειδή ξέρει το τούτον η μάμμα, έσ̆ει φορές που εννα στείλει τον παπάν να μου φέρει φαΐν στη Βουλή.

Μετά επιστρέφω στην Βουλήν ή κάμνω ακόμα μιαν συνάντησην με τον Δημήτρην κάπου εχτός, αλλά ασχολούμαι το απόγευμαν τζ̆αι με τα δικά μου – το Ευρωπαϊκόν Φόρουμ Νεολαίας, δηλαδή, τζ̆αι τα podcast, που προσπαθώ να κάμνω 1-2 κάθε εβδομάδαν. 

Όταν σχολάσω θα με έβρεις στην παλιάν Λευκωσίαν με τους φίλους μου. Συνήθως πάμεν Εφτά Κλειδιά, αλλά εν’ να με δεις τζ̆αι στο Swimming Birds τζ̆αι στο Χαράτσιν. Για καφέν συνήθως θα με δεις στο Kxoffee Project, αλλά τζ̆αι στο Kollaborative.

Αγαπώ την Λευκωσίαν, εν’ μια πόλη όμορφη, εν’ δαμαί που εγεννήθηκα τζ̆αι εμεγάλωσα, δαμαί έκαμα τες πιο πολλές πελλάρες, ερωτεύτηκα. Εν’ το σπίτιν μου η Λευκωσία. Στα on repeat του Spotify έχω το «Μια πόλη μαγική», τζ̆αι ξέρεις πότε το ακούω; Επειδή φεύκω αργά που την Βουλήν τούτες τες ημέρες – μπορεί να γίνει τζ̆αι εφτά – περπατώ προς τον Άγιον Ανδρέαν. Εν’ την ώραν που ππέφτει ο ήλιος προς τζ̆είνην την κατεύθυνση τζ̆αι εν’ ούλλα τα χρώματα τζ̆ειαμαί. Ε, τζ̆αι βάλλω τζ̆είνον το πράμαν στα ακουστικά. Εν’ μια ωραία στιγμή.»

Μιλούμεν για την επιλογήν της να ζει στο Καϊμακλίν. Λαλεί μου πως οι γονιοί της ανησυχήσαν όταν τους το ανακοίνωσεν. Αρχικά αποδίδει το στην απόστασην – «τζ̆είνοι ζουν Λακατάμιαν», λαλεί. Ύστερα ξανασκέφτεται το. «Εν’ που τες πιο πολυπολιτισμικές περιοχές της Λευκωσίας το Καϊμακλίν», λαλεί μου. Κομπάζει. «Ίσως γι’ αυτόν ν’ ανησυχούσαν». Η ίδια λαλεί πως το βρίσκει ως έναν στοιχείον της περιοχής που την ελκύει πολλά.

Συζητούμεν για τούτην την σχέσην γονιού με παιδίν. Λαλεί μου πως η σχέση της με τους γονείς της επέρασεν που «χίλια μύρια κύματα», αλλά τωρά εν’ ίσως στην καλλύττερην της φάσην. 

Μιλούμεν για τα προνόμια: του να είσαι άντρας, να προέρχεσαι που τζάκιν, να κρατάς λεφτά. Την ρωτώ αν θεωρεί πως ξεκινά την πολιτικήν της καριέραν που μειονεκτικήν θέσην, σε σχέσην με άλλους που μπορεί σήμερα να απολαμβάνουν αξιώματα λόγω ακριβώς τούτων των προνομίων:

«Είμαι η Χριστιάνα, είμαι τριάντα-ενός, καλώς ή κακώς έχω μιαν καταγωγήν που θα την κουβαλώ και θα με κατατρέχει για πάντα – έχω έναν πατέραν πρόσφυγαν που την Χάρτζ̆ιαν τζ̆αι μιαν μητέραν πιτσίλλαν – συνδυασμός που σκοτώννει –, ιδεολογικά ανήκω στην Δεξιάν, είμαι φιλελεύθερον άτομον, δεν πιστεύω ότι με τα χρήματα μπορείς να κάμεις τα πάντα, τζ̆αι θεωρώ ότι για όλους μας το starting point είναι το μηδέν. Αν είσαι κενός περιεχομένου, ο χρόνος θα το δείξει.», λαλεί μου τζ̆αι προσθέτει:

«Εν’ πολύ καθαρά τζ̆αι αγνά τα σχέδια μου. Ο στόχος μου ο διαχρονικός είναι να είμαι ωφέλιμη σ’ εμέναν πρώτα τζ̆αι μετά σε ούλλους τους άλλους.» 

Βουθκιά στο παρελθόν

Ζητώ της να κλείσει τα μμάθκια της, να πάει πίσω στην παιδικήν της ηλικίαν τζ̆αι να με ξεναγήσει στο παιδικόν της δωμάτιον. Λαλεί μου για τες τριανταφυλλιές που εφύτεψεν έξω που την τζ̆αμαρόπορταν του δωματίου ο παπάς της. Περιγράφει μου την λευκήν βιβλιοθήκην – την τέταρτην μέσα στο σπίτιν -, που εκατέληξεν ως τέθκοια ενώ ήταν άλλου είδους έπιπλον. Περιγράφει μου το πουλουκκούιν που εκρατούσεν μιτσ̆ιά, τες αφίσ̆ες πάνω στους τοίχους με τον Σάκην Ρουβάν, τον Superman, τον Άινσταϊν – «έτσι, για να αντισταθμίζει τους άλλους», λαλεί -, τα πορτοκαλί σκεπάσματα τζ̆αι τες ασορτί κουρτίνες. Ζητώ της να μου μεταφέρει μυρωθκιές: λαλεί μου για τες μαειρκές της μάμμας της, τα γλυκά που ψήννει στην κουζίναν. Στο βάθος ακούεται το ΡΙΚ, που παίζει που το πρωίν ως την νύχταν.

Πολιτική

Ρωτώ την να μου πει τι σημαίνει για τζ̆είνην Δεξιά. Λαλεί μου: 

«Ιδανικά, η Δεξιά οφείλει να υπηρετεί τον νεοφιλελευθερισμόν, που μέσα του όμως θα υπάρχουν ούλλες οι έννοιες που πρεσβεύει και η Δημοκρατία: της ισότητας, της αποδοχής, της συμπερίληψης. Εστιάζω σε μιαν Δεξιάν που θα σπάσει τα στεγανά του συντηρητισμού της.» 

Όταν μου μιλά για την πολιτικήν παρατηρώ την προφοράν της να γίνεται πιο καλαμαρίστικη. Σκέφτουμαι ότι τούτα που μου λαλεί εν εμπεριέχουν το στοιχείον του αυθορμητισμού. Ότι τούτα ούλλα εν’ πράματα που εδούλεψεν μέσα της πολλά για να μπορεί να τα αρθρώννει με ευκολίαν. 

Βάλλω της μιαν άσκησην. Δείχνω της μιαν ευθείαν: στο αριστερόν άκρον εν’ η ισότητα τζ̆αι στο δεξίν η ελευθερία. Ζητώ της να τοποθετήσει μιαν τελείαν τζ̆ειαμαί που θεωρεί πως εν’ το ιδανικόν μιξ. Διστάζει. Το σ̆έριν της πάει προς την ελευθερίαν αλλά εν ντζ̆ίζει στο χαρτίν. «Νιώθω ότι ξωμακρίζω πολλά που την ισότηταν τζ̆αι εν το θέλω», παραπονιέται μου. 

Ρωτώ την για τα καλούπια στην πολιτικήν, με αφορμήν κάτι στίχους που την δικήν της ποιητικήν συλλογήν:

«…
Κόσμοι από καλούπια.
Κόσμοι γεμάτοι καλούπια.
Καλούπια για να χωράς. Κι ας μη χωράς, τελικά.»

Η απάντηση της εν μου αφήννει χώρον για αμφιβολίαν:

«Δεν συμφωνώ ότι πρέπει να καλουπωθείς για να πολιτευτείς. Ξέρω πού ζω, ξέρω τι τίμημαν μπορεί να χρειαστεί να πληρώσω επειδή δεν χωρώ σε καλούπια, αλλά είμαι διατεθειμένη να το πληρώσω. Θέλω να μπαίνω στο σπίτιν μου την νύχταν τζ̆αι να νιώθω καλά με τον εαυτόν μου.»

****

ΕΝ ΣΥΝΤΟΜΙΑ

Θα ήταν αδύνατον να γράψω ούλλα για τα οποία εσυζητήσαμεν με την Χριστιάναν. Επομένως, σας παραθέτω πιο κάτω εν συντομίαν τζ̆είνα που βρίσκω τα πιο ενδιαφέροντα facts για την προσωπικότηταν της:

Αγαπημένος καφές: Freddo espresso σκέτο (το καλοκαίρι), cappuccino delact (τον χειμώνα).

On-repeat τραγούδι στο Spotify: Μια πόλη μαγική, τραγουδημένο που τον Ορέστη ΧαλκιάΑν μου αρέσει έναν τραγούδιν, το ξεφτιλίζω. Το ακούω σ̆ίλιες φορές τη μέρα μέχρι να κουραστώ τζ̆αι να σταματήσω.

Σειρά που παρακολουθεί στο Netflix: The Diplomat, αν τζ̆αι γενικά εν είμαι dedicated τηλεθεάτρια.

Βιβλίον που θκιεβάζει: Ποιητική Συλλογή «Ακραία Καιρικά Φαινόμενα», του Δημήτρη Γκιούλου.

Τελευταία φορά που έκλαψεν: Πριν μια-δυο εβδομάδες, στο μνημόσυνον του Γιώργου μας.

Αγαπημένον στέκκιν: Εφτά Κλειδιά.

Αγαπημένον στενόν της Λευκωσίας: Τα δρομάκια κοντά στην Αξιοθέα (Χρυσαλινιώτισσα) τζ̆αι ο δρόμος του παλιού σιδηροδρόμου, στο Καϊμακλί.

Σπεσιαλιτέ: Παπαρδέλες με γαρίδες – λαλούν το τζ̆αι οι φίλοι μου.

Guilty Pleasure: KFC. Είναι το comfort food που χρειάζομαι όταν είμαι πολλά χάλια. Η τελευταία φορά που έφα KFC ήταν πριν κάτι μήνες μετά που έναν πολλά δύσκολον board call που είχα. 

Αγαπημένον gadget: ένας φορτιστής που μπορεί να φορτίζει το iphone, το apple watch τζ̆αι τα EarPods μου ταυτόχρονα. Γενικά έχω μανίαν με τα «μήλα» [όι τα actual φρούτα]. 

Αγαπημένη παιδική ανάμνησηΟι καλοκαιρινές διακοπές στον Άην Γιάννην της Πιτσιλιάς με ούλλον το σόιν της μάμμας, να ακούεται φασαρία – φασαρία, όι αστεία – που το χάραμαν τζ̆αι να με περιβάλλει τζείνη η υγρασία του πρωινού.

Αγαπημένος προορισμός: Η Μπολόνια, στην Ιταλία.

Έργο τέχνης που ξεχωρίζει: Πίνακας Red Ballon του Paul Klee, επειδή ούλλη η τέχνη του εν’ κυβάκια τζ̆αι το μπαλόνιν ήρτεν λλίον unexpectedly μες το έργον του, αλλά τζ̆αι επειδή που μωρόν έχω φοβίαν με τα μπαλόνια. Εδούλεψα την, αλλά εν’ υπενθύμιση του ότι όσον μεγαλώννουμεν τες φοβίες μας πρέπει να τες δουλεύκουμεν. Γι’ αυτόν έβαλα τζ̆αι έναν κόκκινον μπαλόνιν στο εξώφυλλον του βιβλίου μου.

Σχέση με την τεχνολογία: Πολλά καλή. Όι όμως ακόμα με την τεχνητήν νοημοσύνην. Φοϊτσ̆ιάζει με λλίον, αλλά σύντομα θα υποκύψω κι εγώ, άεισ’ το ίνταμπου λαλώ τωρά.

Τύπος τουρίστριας: μουσεία ή θκιάνεμμαν; Έναν εννα σου πω. Στην Ύδραν το περασμένον καλοκαίριν εκωλόσυνρα την παρέαν μου για μιάμιση ώραν μες τον λάλλαρον ώσπου να εντοπίσουμεν το σπίτιν του Λέοναρντ Κοέν. Που εν ήταν καν ανοιχτόν για το κοινόν(!).

Πιο συχνή αταξία που έκαμνεν μιτσ̆ιά: Έπιαννα τα χρυσαφικά της μάμμας μου τζ̆αι έθαφκα τα μες τον κήπον μας. 

Τι ήθελεν να γίνει όταν μεγαλώσει: Αρχικά χειρούργος, μετά αθλήτρια τζ̆αι μετά δικηγόρος. 

5 άτομα, living or dead, που θα προσκαλούσεν σε dinner party: Τον Barack Obama, τον Αναστασιάδη, τον Gabor Maté, τον Akinci τζ̆αι την Emma Watson.

Κριτική προς την Δεξιάν: Εν’ προς όλα τα κόμματα που πάει: Να σταματήσουν να κάμνουν αντιπολίτευσην για χάριν της διαφωνίας. Εάν κάπου συμφωνούν, εν καλόν να το δει ο κόσμος τζ̆αι μιαν φοράν.

*WHO IS WHO
Η Χριστιάνα Ξενοφώντος εν’ κοινοβουλευτική συνεργάτρια του βουλευτή του ΔΗΣΥ Δημήτρη Δημητρίου στη Βουλή, εκλελεγμένη Αντιπρόεδρος του European Youth Forum τζ̆αι έσ̆ει τη δική της σειρά επεισοδίων Podcast “YOUth Inspire”, που προβάλλεται που την NetcastZone. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «25 ανάσες σε γραφή».